Η υποψήφια πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ µιλά στα “Χ.ν.” για ένα κόµµα που θα ανταποκριθεί στις προκλήσεις του 21ου αιώνα
Έχετε ξεκαθαρίσει ότι δεν βλέπετε το ΠΑΣΟΚ ως “δεκανίκι”. Υπάρχει όµως µια ανοιχτή συζήτηση περί συνεργασιών, είτε στον χώρο της κεντροαριστεράς, είτε σε ένα σενάριο συγκυβέρνησης µετά από εθνικές εκλογές. Πώς τοποθετείστε στο θέµα αυτό;
Έχω κάνει σαφές ότι το ΠΑΣΟΚ το βλέπουν ως δεκανίκι όσοι κινούνται µε την ηττοπάθεια ενός µικρού κόµµατος. Προσωπικά µπήκα σε αυτήν τη µάχη πιστεύοντας ότι µπορούµε να πετύχουµε ένα µεγάλο και κυβερνών ΠΑΣΟΚ. Ένα ΠΑΣΟΚ που θα εκφράζει τηνσοσιαλδηµοκρατία του 21ου αιώνα και που στόχος είναι στις επόµενες εθνικές εκλογές να γίνει κυβέρνηση.
Για το τι θα γίνει µετα τις εθνικές εκλογές είναι κάτι για το οποίο πρέπει να ερωτηθούν όλα τα κόµµατα και τελευταίο το ΠΑΣΟΚ.
Εν όψει εκλογών πάντως, νοµίζω πως περισσότερο από κάθε άλλο συνυποψήφιό σας, έχετε ανοίξει µια ατζέντα θεµάτων που αφορούν τον προγραµµατικό λόγο του κόµµατος. Θεωρείτε ότι γενικά το ΠΑΣΟΚ πρέπει να αλλάξει θέσεις και στρατηγική;
Η ατζέντα της εποχής µας αφορά:
– πρώτα απ’ όλα στο κοινωνικό κράτος δηλαδή φτώχεια- κυρίως την παιδική φτώχεια που στην Ελλάδα είναι 30%-, κοινωνική προστασία, υγεία και παιδεία,
– στον ψηφιακό µετασχηµατισµό που αφορά οριζόντια όλους τους τοµείς από τον αγροτικό τοµέα µέχρι την πολιτική προστασία και τη δικαιοσύνη,
– στην κλιµατική αλλαγή που αφορά από την ενέργεια µέχρι την πολιτική νερού,
– στο µεταναστευτικό ζήτηµα που χρειάζεται νέες προσεγγίσεις,
στο δηµογραφικό και
-φυσικά στα ζητήµατα της δηµοκρατίας και των δικαιωµάτων.
Σε όλα αυτά που αποτελούν προτεραιότητες αλλά και άπειρα επί µέρους θέµατα, προσπαθώ σ’ αυτήν την πολύ σύντοµη περίοδο, µέσα στη ραστώνη του καλοκαιριού, να προβάλω τις δικές µου θέσεις.
Και σε κάθε περίπτωση, η απόφαση να πάµε σε εσωκοµµατικές εκλογές υπογραµµίζει, νοµίζω, αυτήν την ανάγκη να πάµε σε αλλαγή στρατηγικής και προτεραιοτήτων.
Ένα ξεκάθαρο πρόβληµα του ΠΑΣΟΚ σήµερα, νοµίζω είναι η αδυναµία διατύπωσης ηχηρού αντιπολιτευτικού λόγου. Για παράδειγµα, υπάρχει η αίσθηση ότι για µήνες παρατηρείται µια επιµονή του ΠΑΣΟΚ στο ζήτηµα των υποκλοπών, την ώρα που οι πολίτες αντιµετωπίζουν πολύ σοβαρά προβλήµατα στην καθηµερινότητά τους. ∆ιαπιστώνετε ότι υπάρχει µια απόσταση της σηµερινής ηγεσίας από τα προβλήµατα αυτά;
Το ζήτηµα των υποκλοπών δεν είναι δευτερεύον, αφορά τη δηµοκρατία και τη λειτουργία των θεσµών και θα υπάρχει στην ατζέντα µέχρι να δοθούν οι τελικές απαντήσεις. Φυσικά η δοµική και ισχυρή αντιπολίτευση έχει πολλαπλά µέτωπα και µορφές. Απαιτεί και πρόταση και ακτιβισµό και συµµετοχή.
Για να γίνει όµως αυτή η µορφή δοµικής αντιπολίτευσης κατανοητή στον λαό, για να την ασπαστεί η κοινωνία, δεν αρκεί ένας αρχηγός ούτε τηλεοράσεις και social media. Η «ηχηρή» αντιπολίτευση απαιτεί ένα οργανωµένο κόµµα σε κάθε σηµείο της χώρας και για κάθε επιµέρους πολιτική οι πολλοί άνθρωποι συµµετέχουν στη διαµόρφωση του µηνύµατος, ώστε να µπορούν αξιόπιστα να το αναπαράγουν. Υπάρχει αντίληψη ότι στην εποχή µας στην πολιτική είναι το Instagram, το facebook και το Τικ Τοκ… ∆εν αντιλέγω ότι είναι πολύ ισχυρά εργαλεία, αλλά ειδικά όταν είσαι στην αντιπολίτευση µπορούν να αποδώσουν όταν γίνουν πολλαπλασιαστές του ιδίου µηνύµατος χιλιάδων χρηστών που ο καθένας µε τον τρόπο του προωθεί τον κοινό στόχο. Ονειρεύοµαι λοιπόν ένα κόµµα που ανοίγει τις πόρτες του διάπλατα στην κοινωνία, που δηµιουργεί ώσµωση σε όλες τις γενιές, που φέρνει σε επαφή την εµπειρία µε το πάθος, τη σύνεση µε την τόλµη, τη γνώση µε το βίωµα. Ένα κόµµα που η προηγούµενη γενιά γίνεται το αεροπλανοφόρο που θα επιτρέψει την απογείωση των νέων γενιών.
Έχετε µια ιδιαίτερη σχέση µε τα Χανιά, όντας παντρεµένη µε τον Χανιώτη Γιάννη Σαβαλάνο, όπως ιδιαίτερη είναι και η σχέση των Χανίων µε το ΠΑΣΟΚ. Άλλοτε “κάστρο” της δηµοκρατικής παράταξης, που όµως δεν έδειξε να ακολουθεί την άνοδο των ποσοστών του κόµµατος στους υπόλοιπους νοµούς του νησιού.
Πώς µπορεί να φέρει πίσω τον κόσµο που έχει χάσει το κόµµα σας και ποιο µήνυµα στέλνετε ιδιαίτερα στους Χανιώτες φίλους και υποστηρικτές του κόµµατος;
Η αλήθεια είναι ότι είµαι Μακεδόνισσα και νύφη Χανιώτισσα! Είµαι τυχερή γι’ αυτόν τον συνδυασµό, ιδιαίτερα όµως αισθάνοµαι µια βαριά ευθύνη να ζητήσω για πρώτη φορά έστω και σε εσωκοµµατικές εκλογές τη στήριξη των Χανιωτών, ούσα µέλος της οικογένειας του αείµνηστου Πολυχρόνη Πολυχρονίδη, ενός πολιτικού που ταυτίζεται µε το ήθος, τη συνέπεια, την εντιµότητα και το έργο του στη δηµοκρατική παράταξη και ιδιαίτερα στην Κρήτη.
Από το σπίτι µας στα Χανιά πέρασε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ο γιος µας πολλές φορές αστειευόµενος λέει «πως αυτό είναι µουσείο και όχι σπίτι». Όµως σίγουρα αυτά είναι ιστορία.
Σήµερα απευθύνοµαι συνολικά στους Χανιώτες, γνωρίζοντας από πρώτο χέρι το ιδιαίτερο και πολύπλευρο πολιτικό τους αισθητήριο, για να τους προσκαλέσω σε µια ουσιαστική συζήτηση για την προοπτική του πολιτικού συστήµατος και την πορεία της χώρας σε µια ιδιαίτερα δύσκολη και απαιτητική εποχή για την Ελλάδα και τον κόσµο. Ν’ ανταλλάξουµε απόψεις για µια νέα πρόταση διακυβέρνησης της χώρας, πάντα απ’ την µεριά µου στα πλαίσια της σοσιαλδηµοκρατίας του 21ου αιώνα και που θα επιχειρήσω να την αναδείξω σ’ αυτήν την πολύ σύντοµη προεκλογική περίοδο.
Την ανάγκη να ανταλλάξουµε απόψεις για µια νέα πρόταση διακυβέρνησης της χώρας, στα πλαίσια της σοσιαλδηµοκρατίας του 21ου αιώνα, επισηµαίνει η Άννα ∆ιαµαντοπούλου.
Η υποψήφια πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ µιλάει στα “Χανιώτικα νέα” και σηµειώνει πως «δεν φτάνει η καταγγελία του Μητσοτάκη για ν’ αλλάξει η πολιτική κατάσταση. Τώρα το κρίσιµο θέµα είναι, ποιος µπορεί ν’ αναµετρηθεί πρόσωπο µε πρόσωπο, µε προτάσεις και επιχειρήµατα, µε διεθνή, κυβερνητική και πολιτική εµπειρία και να επιβληθεί απέναντι του, στις επόµενες εκλογές».
Καταγεγραµµένο µεταρρυθµιστικό έργο ως υπουργός, θητεία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, διεθνής παρουσία µέσα από το ∆ίκτυο για τη Μεταρρύθµιση. Τι κινητοποιεί έναν άνθρωπο µε τέτοια σταδιοδροµία να διεκδικήσει την προεδρία του ΠΑΣΟΚ, ιδιαίτερα σε µια δύσκολη για το κόµµα συγκυρία;
Για έναν άνθρωπο σαν και εµένα που είµαι στην πολιτική από τα 17 µου χρόνια, είναι αυτονόητο, ή θα έλεγα υποχρεωτικό, να καταθέσει κεφάλαιο και εµπειρία στον χώρο της δηµοκρατικής παράταξης στην οποία «γεννήθηκα» και είµαι σταθερά εκεί. Είναι αλήθεια ότι το ΠΑΣΟΚ είναι σήµερα σε µια δύσκολη συγκυρία, µε ένα µικρό ποσοστό συγκριτικά µε την ιστορία του, µε σοβαρά οικονοµικά προβλήµατα και µε ένα τεράστιο αριθµό ψηφοφόρων να έχει αποµακρυνθεί. Πιστεύω όµως ότι η σηµερινή συγκυρία, δηλαδή από τη µία πλευρά το µονοπολικό σύστηµα που έχει διαµορφωθεί µε δεξιά πλειοψηφία, από την άλλη το ρεκόρ αποχής, διαµορφώνουν ανησυχητικές συνθήκες για τη ∆ηµοκρατία µας.
Την ίδια ώρα η διάψευση της µεταρρυθµιστικής ατζέντας που πρόβαλε η Κυβέρνηση, η αποτυχία ιδιαίτερα στον χώρο του κοινωνικού κράτους που αφορά τη ζωή του πολίτη αλλά και το βέρτιγκο που επικρατεί στην αξιωµατική αντιπολίτευση, κάνουν αναγκαία την ανάδειξη ενός πολιτικού πόλου µε σαφές πολιτικό στίγµα, µε προτάσεις και αξιοπιστία.
Το ΠΑΣΟΚ έχει µία µεγάλη ιστορία και προσφορά, έχει σηµαντικά επιτεύγµατα αλλά και πολλά λάθη. Η ιστορία όµως γράφεται µε εκπλήξεις και ανατροπές. Προσωπικά πιστεύω ότι µπορώ να αναδείξω το πρόσωπο της σοσιαλδηµοκρατίας του 21ου αιώνα, µιας εποχής που απαιτεί γνώση και προσεγγίσεις πολύ διαφορετικές, όχι απλά από αυτές του προηγουµένου αιώνα αλλά και της προηγουµένης δεκαετίας. Τα τελευταία δώδεκα χρόνια µετέχω στα συµβούλια του FEPS – των πολυάριθµων Σοσιαλδηµοκρατικών Ινστιτούτων – που αναλύουν και εισηγούνται προτάσεις για την Ευρωπαϊκή Σοσιαλδηµοκρατία. Έχω µελετήσει σε βάθος και τα λάθη και τις ευκαιρίες, και έχω δουλέψει πολύ για τις προτάσεις που απαιτούν οι κοινωνίες, ιδιαίτερα οι νέες γενιές και οι άνθρωποι που δεν µπορούν να ακολουθήσουν τις ταχύτατες αλλαγές της εποχής µας.
Θέλω λοιπόν να ανταποδώσω στο ΠΑΣΟΚ, και µέσω αυτού στην πατρίδα µου, µέρος από τη γνώση και τις εµπειρίες που καθοριστικά συνέβαλαν για να αποκτήσω. Και είναι πράγµατι µια δύσκολη συγκυρία για το ΠΑΣΟΚ, αλλά πιστέψτε µε, σε τίποτε δεν συγκρίνεται µε τη συγκυρία του 2009-2011, που παλεύαµε για µεταρρυθµίσεις και συγχρόνως αντιπαλεύαµε τον κίνδυνο µιας χρεωκοπίας, σε ένα βαθιά διχαστικό κλίµα και µια ανελέητη αντιπολίτευση.
Τα τελευταία χρόνια µέσα από δηλώσεις – παρεµβάσεις σας, είχε διαφανεί ότι σας χώριζε απόσταση µε τις επιλογές του ΠΑΣΟΚ. Συνυποψήφιοί σας, το χρησιµοποιούν αυτό ως κριτική, ότι είχατε αποχωρήσει πρακτικά από το κόµµα.
Ήταν νοµίζω µια απόπειρα να “απονοµιµοποιηθεί” εκ των προτέρων η υποψηφιότητα µου και ταυτόχρονα ένας διάχυτος πολιτικός φόβος ότι ανατρέπονται τα δεδοµένα και τα αναµενόµενα, χωρίς επιτυχία και µε ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσµατα, αν κρίνω από την έκταση της προτροπής και της στήριξης του κόσµου. Τέτοιου είδους αντιπαράθεση δεν στέκεται, γιατί ο κόσµος της παράταξης γνωρίζει καλά τη διαφορά µεταξύ πολιτικής ταυτότητας και της ενεργητικής κοµµατικής συµµετοχής. Και µόνο το παράδειγµα του ∆ΙΚΤΥΟΥ ως της βασικής δεξαµένης της σοσιαλδηµοκρατικής σκέψης και αναζήτησης στην Ελλάδα, φτάνει για να αποδείξει την ιδεολογική και πολιτική µου ταυτότητα.
Σε όλη την πολιτική µου διαδροµή µέχρι σήµερα είµαι σταθερή στη σοσιαλδηµοκρατική οικογένεια και υποστηρίζω πάντα εκείνες τις θέσεις που είναι προς όφελος της Ελλάδας και του λαού µας. Έχω εκφραστεί υπέρ των µη κρατικών πανεπιστηµίων, υπέρ της επιστολικής ψήφου, υπέρ της ανάγκης της ανοιχτής γραµµής µε την Τουρκία µε βάση τη σταθερή εθνική κατεύθυνση ότι ο διάλογος έχει συγκεκριµένη ατζέντα την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, έχει πλαίσιο το διεθνές δίκαιο και µε διαρκή την υπενθύµιση άρα και εθνική επαγρύπνηση ότι η Τουρκία επαναφέρει µε κάθε τρόπο στο πεδίο και το τραπέζι τις πάγιες αναθεωρητικές επιδιώξεις της.
∆εν έχω ακούσει κανένα συνυποψήφιο µου να χρησιµοποιεί επίσηµα αυτό το επιχείρηµα και αυτό γιατί όλοι γνωρίζουν ότι συµµετείχα στα συνέδρια, σε όλες τις εκλογές και είχα επιλέξει να µη δραστηριοποιούµαι στα κοµµατικά όργανα.
Επειδή όµως είναι γεγονός ότι επιχειρείται η κριτική στην οποία αναφέρεστε και αφορά και στη «σχέση» µου µε τη Ν∆, µου δίνετε την αφορµή να ξεκαθαρίσω τα εξής:
Το 2020 ο κ. Μητσοτάκης µε πρότεινε ως υπερκοµµατική υποψήφια να διεκδικήσω τη θέση του Γενικού Γραµµατέα του ΟΟΣΑ, ενός από τους τρεις µεγαλύτερους Παγκόσµιους Οργανισµούς. Στη διεκδίκηση αυτή, δηλαδή σε µια διεθνή εκλογική κούρσα, συµµετείχαν (10) ∆ιεθνείς Προσωπικότητες και µεταξύ αυτών (4) Πρωθυπουργοί. Σ’ αυτήν την προσπάθεια, όπως έγραψε ο διεθνής Τύπος, πήρα το χάλκινο µετάλλιο έχοντας δώσει συνεντεύξεις σε υπουργούς Οικονοµίας και Εξωτερικών απο 38 χώρες.
Για µένα ήταν µια εθνική αποστολή, µιας και η Ελλάδα ήταν η πρώτη φορά που διεκδικούσε έναν τόσο µεγάλο Οργανισµό και νιώθω περήφανη για όσα κατάφερα.
Εκτιµώ ότι ως πολίτες του 2024 όλοι αντιλαµβανόµαστε τη διαφορά µιας εθνικής αποστολής από την όποια κυβερνητική ή οποιουδήποτε άλλου είδους συνεργασία.
Στις κάλπες του Οκτωβρίου, επτά πρόσωπα διεκδικείτε την προεδρία του ΠΑΣΟΚ. Τι διαφορετικό προσφέρει η υποψηφιότητα ∆ιαµαντοπούλου;
Θεωρώ ότι το µεγάλο επίδικο σήµερα του ΠΑΣΟΚ, αλλά και αυτό που αναζητά ο προοδευτικός χώρος στην Ελλάδα, είναι µια ηγεσία ανταγωνιστική και εναλλακτική της κυβέρνησης της Ν∆. Να µπορεί δηλαδή να συγκριθεί, ν’ αναµετρηθεί και να νικήσει στις επόµενες εθνικές εκλογές τον Μητσοτάκη.
Αυτό είναι και το µεγάλο στοίχηµα της εκλογής του Οκτωβρίου: Ν’ αποκτήσει το ΠΑΣΟΚ ηγεσία, που θα το κάνει κυβερνώσα αντιπολίτευση και πρώτη πολιτική δύναµη µε ευθεία διεκδίκηση της εξουσίας. Εκτιµώ λοιπόν, ότι αυτό το διαφορετικό µπορεί να προσφέρει η δική µου υποψηφιότητα και αυτό είναι το συγκριτικό της πλεονέκτηµα. Εναλλακτική πρόταση και λύση δεν υπάρχει χωρίς εναλλακτική ηγετική δυνατότητα.
Πολλοί καταγγέλλουν τον Μητσοτάκη, δεν φτάνει όµως µόνο η καταγγελία του για ν’ αλλάξει η κατάσταση µετά την αποτυχία του. Το κρίσιµο θέµα είναι τώρα, ποιος µπορεί ν’ αναµετρηθεί πρόσωπο µε πρόσωπο, µε προτάσεις και επιχειρήµατα, µε διεθνή, κυβερνητική και πολιτική εµπειρία και να επιβληθεί απέναντι του, στις επόµενες εκλογές. Έτσι προκύπτουν οι εναλλακτικές λύσεις. Πρέπει η κριτική να συνδεθεί µε τη δυνατότητα σου στη συνείδηση του λαού να ξεπεράσεις ποιοτικά και διαφορετικά και ν’ αντικαταστήσεις αυτό που καταγγέλλεις.
Άλλωστε το δικό µου όραµα ήταν ανέκαθεν ένα ΠΑΣΟΚ που δεν καταγγέλλει απλά, που δεν εντοπίζει συνεχώς εχθρούς και λάθη στους άλλους, που έχει κάνει την αυτοκριτική του και κυρίως πατά γερά σε ένα τεράστιο έργο µεταρρυθµίσεων και υποδοµών που είχε κάνει τον ελληνικό λαό να το εµπιστευτεί. Όµως αυτά δεν αρκούν. Κανείς δεν ψηφίζει ένα κόµµα για το παρελθόν του. Όταν οι αναµνήσεις γίνονται περισσότερες από τα όνειρα, τότε σηµαίνει το τέλος. Το ΠΑΣΟΚ µε τις δυνατές ρίζες του πρέπει πλέον να ανθήσει.
Αυτό σηµαίνει ρεαλιστικές και καινοτόµες προτάσεις, επεξεργασµένες θέσεις αλλά και συναινέσεις όπου είναι εθνικά αναγκαίες.
Το ∆ΙΚΤΥΟ, ο Οργανισµός στον οποίο προεδρεύω εδώ και 10 χρόνια σε συνεργασία µε διεθνή πανεπιστήµια και ινστιτούτα, όχι µόνο στην Ευρώπη αλλά στις ΗΠΑ και στην Ασία, έχει επεξεργαστεί προτάσεις τις οποίες έχει αποστείλει στο ΠΑΣΟΚ και έχει συζητήσει µε την κοινωνία.
“ …Ονειρεύοµαι λοιπόν ένα κόµµα που ανοίγει τις πόρτες του διάπλατα στην κοινωνία, που δηµιουργεί ώσµωση σε όλες τις γενιές, που φέρνει σε επαφή την εµπειρία µε το πάθος, τη σύνεση µε την τόλµη, τη γνώση µε το βίωµα. Ένα κόµµα που η προηγούµενη γενιά γίνεται το αεροπλανοφόρο που θα επιτρέψει την απογείωση των νέων γενιών…”
Η πορεία προς τις εσωκοµµατικές εκλογές πάντως, φαίνεται να έχει σοβαρά προβλήµατα. Τόσο εσείς, όσο και συνυποψήφιοί σας έχετε διατυπώσει παράπονα – καταγγελίες, είτε για τις διαδικασίες είτε για τη µονοµερή προβολή του νυν προέδρου του κόµµατος. Ανησυχείτε ότι δεν δίνεται µε ίσους όρους αυτή η “µάχη”;
Είναι µια εξαιρετικά κρίσιµη στιγµή για το ΠΑΣΟΚ. Κατά την εκτίµηση µου είναι η στιγµή για το µεγάλο άλµα. Το µεγάλο άνοιγµα στην κοινωνία και τους πολίτες της ευρύτατης δηµοκρατικής παράταξης, µε πρώτο βήµα την πολύ µεγάλη συµµετοχή της κοινωνίας, και πιστεύω χωρίς υπερβολή ότι µπορεί να έρθουν στις εσωκοµµατικές κάλπες µέχρι και 400.000 πολίτες. Αυτό θα σήµαινε αλλαγή του πολιτικού σκηνικού.
Για να γίνει όµως αυτό, πέραν από το ενδιαφέρον που σε ότι µε αφορά θα επιδιώξω να προκαλέσει η πολιτική συζήτηση, θα πρέπει να υπάρχει η βεβαιότητα στους πολίτες ότι όλα θα είναι άψογα.
∆εν µιλάµε για καταγγελίες και παράπονα, µιλάµε για προτάσεις που θα βελτιώσουν και θα διαφυλάξουν µια σηµαντική πολιτική διαδικασία. Μια διαδικασία που πρώτο το ΠΑΣΟΚ µε τον Γιώργο Παπανδρέου υλοποίησε στην Ελλάδα, και ακολούθησαν και άλλα ελληνικά κόµµατα και κόµµατα του εξωτερικού.
Σε ό,τι µε αφορά προσπαθώ να µιλήσω όσο γίνεται µε την κοινωνία, γιατί στόχος µας είναι να µιλήσουµε στους πολίτες εκείνους που πήγαν στο ΣΥΡΙΖΑ και απογοητεύτηκαν από µια Κεντροαριστερά που δεν υπήρξε και συνεργάστηκε µε την ακροδεξιά, καθώς επίσης και στους πολίτες εκείνους, τους πασοκογενείς και κεντρώους, που δάνεισαν την ψήφο τους στη Ν∆ του κου Μητσοτάκη και απογοητεύτηκαν από την έλλειψη αποτελεσµάτων, µεταρρυθµισµού και αξιοκρατίας. Είναι µια πρόσκληση να ξανασυναντηθούµε, να ξανασυστήθουµε, να ξαναβρεθούµε µε όλους όσοι µας ενώνουν κοινές αγωνίες και όνειρα.