Εκδήλωση – Συζήτηση με θέμα: «Έκθεση Ντράγκι: Αναπτυξιακή Προοπτική στην Ελλάδα & την ΕΕ»
Ομιλία Άννας Διαμαντοπούλου
Εισαγωγή
Αναδιφώντας την ιστορία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, διαπιστώνουμε ότι πριν από όλες ανεξαιρέτως τις μεγάλες στιγμές της υπήρχε μια έκθεση που αναδείκνυε την ανάγκη των μεγάλων αλλαγών που ακολουθούσαν. Της ίδιας της ίδρυσης της ΕΟΚ προηγήθηκε η έκθεση Σπάακ, το σχέδιο Λευκής Βίβλου του λόρδου Κόφιλντ αποτέλεσε τη βάση των αποφάσεων για την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς, ενώ οι εκθέσεις Πάντοα-Σκιόπα και Ντελόρ αποτέλεσαν τον προάγγελο της θεσμοθέτησης της ΟΝΕ. Είναι πολλά τα σημάδια που δείχνουν ότι κάτι ανάλογο θα πρέπει να αναμένεται σε ό,τι αφορά την Έκθεση Ντράγκι (μαζί με την εξ ίσου σημαντική, έστω και λιγότερο προβεβλημένη, Έκθεση Λέττα).
Δεν μασάει τα λόγια του ο Μάριο Ντράγκι στην πολυαναμενόμενη έκθεσή του που είδε πριν δύο μήνες το φως της δημοσιότητας. «Αν δεν αναλάβουμε δράση, θα πρέπει να θέσουμε σε κίνδυνο είτε την ευημερία μας, είτε το περιβάλλον, είτε την ελευθερία μας», δηλώνει χωρίς περιστροφές.
Σε δηλώσεις του σε δημοσιογράφους διευκρίνισε ότι η έκθεσή του δεν σημαίνει «do or die» για την ΕΕ. Αλλά λέει: «Κάνε αυτό, αλλιώς θα ζεις με μια αργή επιθανάτια αγωνία»
Η έκθεση καλύπτει σχεδόν όλους τους, ζωτικού ενδιαφέροντος, τομείς ευρωπαϊκής δράσης, τους οποίους διαρθρώνει γύρω από πέντε μεγάλες οριζόντιες πολιτικές :
πολιτικές που όλες αφορούν σε μέγιστο βαθμό την Ελλάδα
Οι βασικές συστάσεις της περιλαμβάνουν:
Ψηφιακό άλμα – Νέα βιομηχανική πολιτική – Πρωτοπορία στην έρευνα και την καινοτομία
Η έκθεση κάνει λόγο για «υπαρξιακή πρόκληση» σύμφωνα με την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση, για να βγει από το τέλμα της χαμηλής παραγωγικότητας και της ισχνής ανάπτυξης που την τοποθετεί πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα, χρειάζεται να επενδύσει επιπλέον 800 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Δηλαδή έως και 5% του ΑΕΠ της, ποσοστό πολύ υψηλότερο ακόμη και από το 1-2% του ΑΕΠ της ΕΕ στο σχέδιο Μάρσαλ για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η εικόνα αυτή συμβαδίζει με την έκθεση του ΔΝΤ που δημοσιεύτηκε την προηγούμενη εβδομάδα και προβλέπει περαιτέρω διεύρυνση του χάσματος μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ προς τα τέλη της δεκαετίας λόγω στάσιμης παραγωγικότητας σε σχέση με τις ΗΠΑ που έχει αυξηθεί 40%, υστέρησης στην καινοτομία και τεχνολογία και γήρανσης του πληθυσμού της.
Για την κάλυψη λοιπόν του επενδυτικού αυτού κενού, η Έκθεση δεν εννοεί προφανώς ότι όλα αυτό το ποσό πρέπει να προέλθει από δημόσιο χρήμα. Θεωρεί εν τούτοις ότι ο ιδιωτικός τομέας δεν μπορεί να καλύψει αυτό το ποσό χωρίς γενναία συμμετοχή του δημόσιου τομέα. Αναγνωρίζει ωστόσο ότι δεν υπάρχει ακόμη πολιτική βούληση για νέες εισφορές σε επίπεδο ΕΕ για τη χρηματοδότηση αποτελεσματικότερων δαπανών μέσω του κοινού προϋπολογισμού.
Ως εκ τούτου, ως λύση βλέπει ένα νέο κοινό δανεισμό, όπως συνέβη με το Ταμείο Ανάκαμψης.
Η χώρα μας χρειάζεται 20 δισ. ευρώ επί πλέον επενδύσεων ετησίως για να φτάσει στον μέσο όρο της ΕΕ ως ποσοστό επενδύσεων προς ΑΕΠ. Τα 800 δισ. ευρώ επί πλέον ετήσιων επενδύσεων θα μας βοηθούσαν να προσεγγίσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Μεγάλο μέρος αυτών των πρόσθετων επενδύσεων προτείνεται να χρηματοδοτηθεί μέσω ενός νέου κοινού δανεισμού, με άλλα λόγια μέσω ενός «νέου Ταμείου Ανάκαμψης», του οποίου η δημιουργία θα έχει πολλαπλές θετικές επιπτώσεις για την Ελλάδα αλλά και για την ενωμένη Ευρώπη, της οποίας το μέλλον συνυφαίνεται με το δικό μας. Θα είναι ένα αποφασιστικό βήμα προς την οικονομική και δημοσιονομική ενοποίηση της Ευρώπης και, αφ’ ετέρου, θα διασφαλίσει τη συνέχιση των σημερινών ευρωπαϊκών χρηματορροών προς τη χώρα μας.
Παρόλα τα βήματα που έχουν γίνει, η χώρα μας αντιμετωπίζει ακόμα σοβαρές δυσκολίες. Ειδικότερα:
Ως προς τον πυλώνα του Ανταγωνισμού
Η έκθεση προτείνει :
Τη ριζική αναθεώρηση της πολιτικής ανταγωνισμού σε ό,τι αφορά τις συγχωνεύσεις, τις κρατικές ενισχύσεις κ.λπ., έτσι ώστε να πάψει να λειτουργεί ως τροχοπέδη στην αναμέτρηση της ΕΕ με τις ΗΠΑ και την Κίνα. Δεν πηγαίνει βέβαια όσο μακριά πηγαίνει η έκθεση Λέττα, η οποία προτείνει σταδιακή υποκατάσταση των κρατικών ενισχύσεων από ευρωπαϊκές ενισχύσεις. Κάποιοι αποδίδουν τη διαφορά αυτή στη διαφορετική πολιτική καταγωγή των δύο σπουδαίων αυτών προσωπικοτήτων.
Πολιτική συνοχής: Νότος και Σοσιαλδημοκρατία
Η έκθεση προτείνει :
Την «επικαιροποίηση» της Πολιτικής Συνοχής ώστε τα προγράμματά της «να αντικατοπτρίζουν τη μεταβαλλόμενη δυναμική του εμπορίου και της καινοτομίας», διασφαλίζοντας «ότι περισσότερες πόλεις και περιφέρειες μπορούν να συμμετέχουν στους τομείς που θα οδηγήσουν στη μελλοντική ανάπτυξη, αξιοποιώντας υφιστάμενες πρωτοβουλίες όπως το Innovation Valleys Net…» κ.λπ. Για τους περισσότερο υποψιασμένους, αυτό ίσως μεταφράζεται σε μετακίνηση των πόρων της πολιτικής Συνοχής προς στόχους γενικότερης ανάπτυξης και απομάκρυνση από τη γενεσιουργό αιτία αυτής της πολιτικής, δηλαδή τη μείωση των ανισοτήτων μεταξύ των περιφερειών της ΕΕ. Για σύγκριση, ο Ενρίκο Λέττα προτείνει την «ελευθερία να μένεις στον τόπο σου» (freedom to stay), δηλαδή τον εξοπλισμό κάθε περιοχής με τα μέσα που θα της επιτρέπουν να συγκρατήσει τον πληθυσμό της… Άλλη μια ένδειξη της διαφοράς πολιτικής καταγωγής.
Το ζήτημα μιας νέας Πολιτικής Συνοχής που θέτει ο Ντράγκι – και μάλλον πέρασε κάτω από τα ραντάρ των αναλυτών της Έκθεσής του – πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα από τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου αλλά και από τις σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις της Ευρώπης. Δηλαδή τους δύο βασικούς συντελεστές της εισαγωγής και εν συνεχεία μεγάλης ενίσχυσης της Πολιτικής Συνοχής στα τέλη της δεκαετίας ’80. Σίγουρα η πολιτική αυτή χρειάζεται αναθεώρηση, πιθανόν εκ βάθρων , όχι όμως ως αμφισβήτηση των γενεσιουργών αιτιών της και των αξιακών της προταγμάτων, που αποτελούν ακρογωνιαίους λίθους της ευρωπαϊκής ενοποίησης , αλλά ως ριζική αναθεώρηση των τρόπων και μέσων εφαρμογής της και άρση των στρεβλώσεων και αγκυλώσεων της ευρωπαϊκής αλλά και των εθνικών γραφειοκρατιών.
Παρήγορη πάντως στο θέμα αυτό είναι η θέση του Ντράγκι ότι «είμαστε ακόμα Ευρώπη» με αυτονόητη τη σημασία αυτού του υπαινιγμού για την ανάγκη διατήρησης και διαφύλαξης του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου (και για την υποχρέωση της σοσιαλδημοκρατίας να πρωτοπορεί στη συνεχή ανάδειξη αυτής της ανάγκης και στην υπεράσπιση αυτού του μοντέλου)
Η νέα Πολιτική Συνοχής πρέπει σαφώς να συμβάλλει στην βελτίωση της γεωπολιτικής και γεωοικονομικής θέσης της ΕΕ στο νέο διεθνές περιβάλλον (και στις αβεβαιότητες που θα προσθέσει η τυχόν εκλογή Τραμπ) αλλά αυτό δεν πρέπει να γίνει με μεταφορά των πόρων της σε άλλες προτεραιότητες, καθ’ όλα βεβαίως θεμιτές , εις βάρος όμως της μείωσης των περιφερειακών και άλλων ανισοτήτων. Η νέα Πολιτική Συνοχής θα υπηρετήσει τους μεγάλους στόχους της ΕΕ μέσα από την αξιοποίηση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μέρους του αναπτυξιακού δυναμικού της και των δυνατοτήτων όλων των περιφερειών της.
Για τον τομέα της Ευρωπαϊκής Άμυνας
Η έκθεση προτείνει επίσης :
Tην εισαγωγή της αρχής της “ευρωπαϊκής προτίμησης” για την αγορά αμυντικού εξοπλισμού για την παροχή κινήτρων για ευρωπαϊκές αμυντικές λύσεις έναντι των ανταγωνιστών. Επίσης, τον καθορισμό ενός μοντέλου διακυβέρνησης σε όλη την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας και τέλος τη δημιουργία μιας κεντρικής “Αρχής Αμυντικής Βιομηχανίας” που θα προμηθεύεται κεντρικά για λογαριασμό των χωρών της Ε.Ε. και θα αντιμετωπίζει τον σημερινό κατακερματισμό (ο οποίος – όπως αναφέρει ο Ενρίκο Λέττα – οδήγησε, μεταξύ άλλων, στο ότι το 80% του υλικού αμυντικής βοήθειας της ΕΕ προς την Ουκρανία αγοράστηκε εκτός ΕΕ!)
Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, η Έκθεση Ντράγκι αναγνωρίζει την ανάγκη καλύτερου συντονισμού των δράσεων Έρευνας στην ΕΕ, ιδιαίτερα αυτών που υλοποιούνται με δημόσια χρηματοδότηση. Η δημιουργία μιας Ένωσης Έρευνας και Καινοτομίας θα οδηγήσει σε από κοινού διαμόρφωση μιας κοινής Ευρωπαϊκής Στρατηγικής και Πολιτικής Έρευνας και Καινοτομίας.
Εκτός αυτών, η Έκθεση Ντράγκι επισημαίνει ότι χρειάζεται να προχωρήσει άμεσα η Τραπεζική Ένωση, με την Πανευρωπαϊκή Εγγύηση Καταθέσεων, με το Πλαίσιο Διαχείρισης Κρίσεων και Ασφάλισης Καταθέσεων, με την Ένωση των Κεφαλαιαγορών.
Συμπερασματικές Παρατηρήσεις
Η Έκθεση Ντράγκι έχει πολλούς ένθερμους υποστηρικτές αλλά και αρκετούς που την αμφισβητούν,
Δεν είναι εύκολο να προδικασθεί το πόσο θα επιδράσει η έκθεση Ντράγκι στις εξελίξεις και την προοπτική της ΕΕ. Το βέβαιον είναι όμως ότι μετά από την έκθεση αυτή, σε συνδυασμό με την επίσης σπουδαία έκθεση Λέττα – αλλά και την έκθεση του Ινστιτούτου Bruegel «Unite, Defend, Grow», που δεν έτυχε του ενδιαφέροντος που αξίζει- τίποτε δεν θα είναι όπως πριν. Τα προβλήματα εξ άλλου είναι ανυπόμονα.
Πάντως,
αφενός η κυριαρχία φιλελεύθερων και συντηρητικών δυνάμεων στο ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό (μαζί με τους θιασώτες των «ανελεύθερων δημοκρατιών» και τις απειλητικά αναδυόμενες εθνοκεντρικές προσεγγίσεις σε κρίσιμα ζητήματα , όπως το μεταναστευτικό,
αφετέρου το «έλλειμμα ηγεσίας» που έχει προκύψει λόγω αδυναμίας Γερμανίας και Γαλλίας να σύρουν την ευρωπαϊκή αμαξοστοιχία),
δεν είναι ευνοϊκό περιβάλλον για την ευόδωση όσων προτείνει ο Ντράγκι και, κατ’ επέκταση, για ανάληψη πρωτοβουλιών που θα υποστηρίζουν αυτή καθ΄ αυτήν την επιβίωση της ΕΕ στο νέο γεωπολιτικό και γεωοικονομικό περιβάλλον .
Και εδώ ακριβώς είναι ο ρόλος που πρέπει να παίξει η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία υποστηρίζοντας με όλα τα μέσα που διαθέτει την έκθεση Ντράγκι μαζί με την έκθεση Λέττα. Πρόκειται για ένα ρόλο που συνδέεται όχι απλά με την υπερίσχυση κάποιων πολιτικών ιδεών αλλά με την ίδια την ύπαρξη της ενωμένης Ευρώπης.