· Η συνταγή της λιτότητας δεν απέδωσε. Απαιτείται νέο σχέδιο δημοσιονομικής εξυγίανσης του χρέους. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και η Επιτροπή χρειάζεται να εκπονήσουν ένα νέο σχέδιο αντιμετώπισης του χρέους.
· Όσο διαλύεται η κοινωνική συνοχή τόσο δεν θα επιτυγχάνονται οι στόχοι.
· Η λειτουργία της ΕΚΤ πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να έχει μέσα στο καταστατικό της τους δείκτες και της ανεργίας και πρέπει να τυπώσει χρήμα. Ενώ σημαντικό είναι να μπει ξανά το θέμα της υποτίμησης του ευρώ στο τραπέζι.
· Λιγότερη επένδυση στην Παιδεία συνεπάγεται τεράστιες διαφορές στην ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Ο νέος δρόμος για την ανάπτυξη, την ανάκαμψη με αλληλεγγύη προϋποθέτει πια εθνικό σχέδιο ανα-συγκρότησης, με συναίνεση το οποίο πρέπει να κινείται σε τρεις άξονες:
· Ελληνική πρόταση προς την ΕΕ για τη διαχείριση του μη βιώσιμου χρέους,
· Μεταρρυθμίσεις με χρονοδιάγραμμα στους βασικούς τομείς (όπως δημόσια διοίκηση, φορολογικό, δικαιοσύνη, πολιτικό σύστημα) και
· Εστίαση με υποδομές και κίνητρα σε συγκεκριμένους τομείς ανάπτυξης που αποτελούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας.
Τρία πράγματα απλά και σύνθετα μαζί. Απαραίτητα και αυτονόητα, αλλά δύσκολα και απαιτητικά για μια προεκλογική αντίληψη που συνεχίζει να υπόσχεται και να μοιράζει και έχει στοιχειώσει επί δεκαετίες τη χώρα.
Σαν τους ντελάληδες που διαφημίζουν την πραμάτεια τους, κόμματα και υπουργοί, μοιράζουν το ‘πλεόνασμα’.
Σε μία οικονομία με σωρευτική ύφεση περίπου 30%, όλοι δικαιούνται μερίδιο και όχι άδικα.
Εκείνο που δεν δικαιούται όμως η κυβέρνηση, είναι να φορτώσει πάλι στις πλάτες των νέων λάθη του σήμερα.
Το πλεόνασμα – όποιο και αν είναι – πρέπει να δοθεί εκεί που θα πιάσει τόπο. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ενταχθεί στο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης και να δοθεί στις δημόσιες επενδύσεις κυρίως! Εφόσον το πλεόνασμα είναι υπαρκτό η αναδιανομή του πρέπει να αφορά την ανάπτυξη και την αλληλεγγύη (όπως λέει και ο τίτλος της σημερινής συζήτησης) δηλαδή να επενδυθεί με τρόπο που να δημιουργεί θέσεις εργασίας και να παράγει πλούτο.
Οι εκτιμώμενοι πολλαπλασιαστές του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων είναι ιδιαίτερα υψηλοί, κυρίως όταν η οικονομία βρίσκεται σε φάση βαθιάς ύφεσης. Η θετική επίπτωση στο ΑΕΠ της χώρας λόγω αύξησης του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων θα ισοδυναμούσε με 3-4 ευρώ για κάθε ένα (1) ευρώ αύξησης της πραγματικής δαπάνης για δημόσιες επενδύσεις.
Αυτό και μόνο αποτελεί ένα ισχυρό επιχείρημα υπέρ μιας επιθετικής αύξησης του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων στην τρέχουσα συγκυρία μέσω π.χ. της ταχύτερης απορρόφησης των διαθέσιμων πόρων από τα διαθρωτικά ταμεία της Ε.Ε. αλλά και δημιουργία κινήτρων σε αναπτυξιακούς τομείς.
Αλλά αυτή η πρόταση έχει νόημα αν εντάσσεται σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την ανάπτυξη που θα έβαζε τις προτεραιότητες σε σειρά και θα ήταν ο μίτος της εξόδου. Αντ΄αυτού ζωντανεύει και πάλι μπροστά μας το παρελθόν η χωρίς κριτήρια επιλογή ψηφοφόρων…
Εάν τελικά υπάρξει πραγματικό πρωτογενές πλεόνασμα μετά από το ισχυρό σοκ, το που θα δοθεί, αποτελεί μία ευκαιρία για την οικονομία, για τη διαδικασία παραγωγής και για την ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΝΟΟΤΡΟΠΙΑ. Είναι το πρώτο δείγμα μετά το σοκ. Θα κρίνει πολλά και είναι υποχρέωση όλων των κομμάτων να πάρουν θέση.