Ομιλία σε εκδήλωση του Ινστιτούτου Διπλωματίας, με θέμα: Εκσυγχρονισμένη Παιδεία

ΜΑΡ 28, 2014

 

Ευχαριστώ τον κ. Ανδριανόπουλο και το Ινστιτούτο Διπλωματίας γι’ αυτή την πρόσκληση και χαίρομαι πολύ που βρίσκομαι στο πάνελ με τη Μαριέττα Γιαννάκου, μια πολιτικό που εκτιμώ και που στη βασική μου ομιλία για το νόμο στη Βουλή, έκανα συγκεκριμένη αναφορά για την προσπάθεια που έκανε και για τις μάχες που έδωσε σε δύσκολες εποχές.

Θα ξεκινήσω κάπως ανεκδοτολογικά, κάνοντας δυο σχόλια και διανθίζοντάς τα με δυο γεγονότα: Ο χώρος της παιδείας, η πολιτική και οι μεταρρυθμίσεις έχουν πάντοτε από πάνω τη σκιά του πολιτικού κόστους.

Εάν, σε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση και σε οποιοδήποτε Υπουργείο το πολιτικό κόστος είναι κάτι υπολογίσιμο, στο Υπουργείο Παιδείας είναι τερατώδες. Γιατί είναι πολύ μεγάλα τα μεγέθη. Κάνεις κάτι που θίγει τους εκπαιδευτικούς της Δευτεροβάθμιας και της Πρωτοβάθμιας; Είναι 200.000 εκπαιδευτικοί. Αν σκεφθείτε ότι είναι επί δύο στην οικογένειά τους, ότι επηρεάζουν τις οικογένειες των μαθητών τους, φτάνεις στο ένα εκατομμύριο αμέσως… Έχει ξεσηκωθεί η κοινωνία. Κάνεις κάτι στο Πανεπιστήμιο; Θίγεις τους Καθηγητές των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ που είναι 11.000 άνθρωποι, είναι 11.000 opinion makers; Αμέσως γίνεται μια έκρηξη. Επομένως, οτιδήποτε κάνεις είναι πολύ πιο δύσκολο.

Όταν ανέλαβα ζήτησε να με δει την ίδια μέρα ο Στέφανος Μάνος. Με παίρνει στο τηλέφωνο, μου λέει «θέλω να σε δω σήμερα, δε θέλω αύριο, αύριο δε θα έρθω». Λέω «έλα». Έρχεται, μου λέει «θέλω να σου πω κάτι να το θυμάσαι και από κει και πέρα κάνει ό,τι θέλεις. Έχεις δυο επιλογές: Η μία να κάνεις πράγματα και να μην εκλεγείς. Η άλλη, να μην κάνεις πράγματα και να περάσεις απλώς όπως πάρα πολλοί άλλοι».

Το δεύτερο σχόλιό μου έχει να κάνει με την «βία» που εμπεριέχει η σύγκρουση στην εκπαίδευση. Έχω εμπειρία από πολλές συγκρούσεις στην πολιτική μου ζωή, έτυχε να είμαι από το χώρο της Κοζάνης όταν έκλεισαν μεγάλες βιομηχανίες, με τα Συνδικάτα των ναυπηγείων, με τα Συνδικάτα των πλοίων, δηλαδή είχα εμπειρία από πολύ μεγάλες συγκρούσεις.

Καμία σύγκρουση στην πολιτική μου ζωή δεν είχε τη «βία» και το βάθος της βίας που είχε η σύγκρουση με τα Πανεπιστήμια. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να το λάβουμε πολύ σοβαρά υπ’ όψιν στις αναλύσεις μας. Θα πω λοιπόν πάλι ένα μικρό γεγονός:

Μετά πια από τις άπειρες συναντήσεις όπου συμμετείχαν οι, Πρυτάνεις, Αντιπρυτάνεις κτλ. σ’ ένα μεγάλο τραπέζι, σηκώθηκε ένας Αντιπρύτανης όρθιος, και είπε: «Άκου να σου πω, αυτό το νόμο δε θα τον φέρεις, αλλά αν τον φέρεις, θα βγεις από δω μέσα «οριζόντια». Δεν υπήρξε καμία αντίδραση. Του είπα: «Κοίταξε, δε μασάω. Ο νόμος θα έρθει».

Το ίδιο βράδυ μου έρχεται από το Youtube ένα βιντεάκι που το βρήκε ένας φίλος από το Πανεπιστήμιο, όπου ήταν η Γιαννάκου έξω από τη Βουλή και κάτι της έλεγαν σε μια πολύ οργισμένη κατάσταση και λέει εκείνη: «Εγώ στέλνω ένα μήνυμα: Δε μασάω».

Η σύγκρουση, λοιπόν, και ο τρόπος με τον οποίο πρέπει ν’ αντιδράσει κανείς, έχει πολλές διαστάσεις. Πρέπει να υπάρχει ένα συνολικό σχέδιο. Πρέπει να κάνεις μια σύγκρουση που ν’ αξίζει τον κόπο. Δηλαδή να κάνεις τη σύγκρουση, αλλά να έχει ένα αποτέλεσμα για να προκύψει μια αλλαγή στο τέλος.

Το πρώτο λοιπόν και ουσιαστικό σχόλιό μου είναι ότι η μεταρρύθμιση στην Τριτοβάθμια δε μπορεί να είναι κάτι μεμονωμένο. Έχει προφανώς να κάνει με την Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια. Υπάρχουν πάρα πολλές συνδέσεις, το καταλαβαίνουμε όλοι, ο κύκλος ανοίγει και κλείνει, έχει να κάνει με την αγορά εργασίας και τις ιδιαιτερότητες της αγοράς εργασίας, με την περιφερειακή οργάνωση της χώρας και πώς λειτουργεί ένα περιφερειακό Πανεπιστήμιο.

Έχει να κάνει με την οικονομική κατάσταση και την ανάπτυξη, αν είναι εξωστρεφής, αν είναι εσωστρεφής, πώς λειτουργεί αυτή η χώρα και το οικονομικό της περιβάλλον και πάρα πολλά άλλα πράγματα που θα μπορούσαμε να πούμε. Είναι στην καρδιά πολλών πραγμάτων μια μεταρρύθμιση στα Πανεπιστήμια.

Το δεύτερο σημαντικό είναι ότι η διεθνής εμπειρία λέει ότι κάθε μεταρρύθμιση στα Πανεπιστήμια παντού είναι συγκρουσιακή, δεν είναι μόνο στην Ελλάδα. Είχε γίνει μία Επιτροπή από 11 από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες στον κόσμο οι οποίοι είχαν την εμπειρία να είναι Πρόεδροι Πανεπιστημίων, αλλά οι περισσότεροι από αυτούς έχουν υπάρξει και Υπουργοί Παιδείας με μεταρρυθμίσεις.

Η εμπειρία λέει ότι είναι ανέφικτο να υπάρξει χώρα χωρίς σύγκρουση στην Τριτοβάθμια Παιδεία, αλλά από τη στιγμή που γίνεται μια μεταρρύθμιση και αρχίζει με συνέπεια να υλοποιείται, χρειάζεται 10 με 15 χρόνια για να έχει αποτελέσματα αυτή, στην οικονομία και στην ανάπτυξη.

Όταν λοιπόν εμείς επί δεκαετίες δεν έχουμε κανενός είδους σταθερότητα και ίσως μάλλον πάμε και προς τα πίσω, καταλαβαίνουμε ποια είναι η επίπτωση της Τριτοβάθμιας στην ανάπτυξη και στην οικονομία της χώρας. Και η κρίση που έχουμε δεν είναι καθόλου άσχετη με την κατάσταση στην Τριτοβάθμια Παιδεία.

Είναι αλήθεια ότι πρέπει να λάβει κανείς υπόψιν του πολλές παραμέτρους σε μία μεταρρύθμιση. Είχε γίνει τότε η προσπάθεια να παρουσιαστεί μια συνολική μεταρρύθμιση, λαμβάνοντας υπ’ όψιν έναν διάλογο που είχε ξεκινήσει για την παιδεία αρκετά χρόνια πριν με το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, ενσωματώνοντας όλη αυτή τη δουλειά που είχε γίνει. Να γίνει κάτι συνολικό.

Συνολικό σημαίνει ότι πρέπει να συγκρουστείς ταυτόχρονα με πάρα πολλά επίπεδα. Το ερώτημα είναι πάντοτε: Τα κάνω σταδιακά; Πρέπει να γίνει πρώτα κάτι, μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο μετά να εφαρμοστεί, να υλοποιηθεί και μετά να πάμε σε κάτι άλλο; Να δούμε πρώτα την Πρωτοβάθμια, να περάσουν κάποια χρόνια, να πάμε μετά στην Τριτοβάθμια;

Αυτό τουλάχιστον εμένα με απασχόλησε πάρα πολύ, το πώς οργανώνεται η διαδικασία των μεταρρυθμίσεων και είπαμε ότι θα ξεκινήσουν όλα μαζί: Η χώρα είναι σε κρίση, πρέπει να πάμε σε μεταρρυθμίσεις, στην Πρωτοβάθμια, στη Δευτεροβάθμια, στην Τριτοβάθμια, γιατί δε μπορεί να μείνει το καράβι στάσιμο.

Έρχομαι λοιπόν στη Τριτοβάθμια: η Ελλάδα, ήταν η μόνη χώρα που δεν είχε υποδεχθεί τη «Μπολόνια». Ξέρετε, δε μπορεί να γίνει κατανοητό από κανέναν αυτό. Ηταν όλες οι χώρες της Ευρώπης εκτός από την Ελλάδα. Εκτός από τις 27 χώρες της Ευρώπης, μέχρι η Ρωσία και το Αζερμπαϊτζάν είχαν ζητήσει να μπουν. Γιατί; Γιατί ήθελαν όλοι να προσαρμόσουν τα Πανεπιστήμιά τους στα διεθνή standards.

Εδώ η Μπολόνια ήταν κάτι τρομερό. Δηλαδή η «Μπολόνια» ήταν κάτι που αριστεροί, δεξιοί, ΠΑΣΟΚοι, οι πάντες, ήταν αρνητικοί. Όπου η βασική λογική ήταν ότι θα ερχόταν αυτό το ξένο σύστημα να φέρει τις επιχειρήσεις στα Πανεπιστήμια. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα! Ποιες επιχειρήσεις θα φέρει στα Πανεπιστήμια η διαδικασία της «Μπολόνια»…

Αυτό λοιπόν είναι ένα πολύ κεντρικό στοιχείο γιατί στη χώρα μας είναι τέσσερα τα πολύ μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε και φυσικά δεν αλλάζουν εύκολα: Το ένα είναι το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα δημιουργεί πολλά προβλήματα στη λειτουργία των Πανεπιστημίων. Το ότι είναι Δημοσίου Δικαίου το Πανεπιστήμιο, είναι κάτι που το κάνει να λειτουργεί σαν Δημόσια Υπηρεσία. Και αρκετά άλλα πράγματα που έχουν να κάνουν με την αποκέντρωση.

Είναι ο δογματισμός, ο οποίος είναι πάρα πολύ βαθύς και όταν λέμε δογματισμός στο χώρο των Πανεπιστημίων, πρέπει να σκεφτούμε τα πάντα. Το πώς ερμηνεύουμε τη δημοκρατία, το πώς ερμηνεύουμε την ελευθερία έκφρασης, το πώς ερμηνεύουμε τη διεθνοποίηση.

Όλα αυτά τα ζητήματα έχουν άλλου είδους φόρτιση στην Ελλάδα από αυτήν που έχουμε στις περισσότερες χώρες. Και πάντοτε υπάρχει η ιστορική ερμηνεία ότι εμείς περάσαμε από τη χούντα και είχαμε υποφέρει. Μα και η Ισπανία είχε χούντα, και η Πορτογαλία είχε χούντα. Και άλλες χώρες είχαν χούντα.

Αυτός ο δογματισμός είναι πάρα πολύ βαθιά ριζωμένος. Και δεν αλλάζει μ’ ένα νόμο. Κι για αυτό πρέπει ν’ αλλάξει και η Πρωτοβάθμια και η Δευτεροβάθμια και η Τριτοβάθμια για να μπορείς να πεις ότι θα αλλάξει το σύστημα.

Σήμερα, το παιδάκι στο Δημοτικό ξεκινά να κλειδώνει την πόρτα και να βγαίνει από την αίθουσα κάνοντας αντίσταση, στο Γυμνάσιο να καταλαμβάνει το σχολείο, στο Λύκειο να μουτζουρώνει τους τοίχους και να χτυπάει τον καθηγητή του, στο Πανεπιστήμιο να «χτίζει» πόρτες. Αυτή η συμπεριφορά έγινε ένας τρόπος ζωής και μια κουλτούρα με την δική της ερμηνεία της, με την πολιτική της αποδοχή…

Πώς αλλάζει αυτό; Αλλάζει μέσα από συνολικές αλλαγές, όλων των ειδών των δομών, θέλει χρόνο, θέλει σιδερένια πολιτική βούληση, δηλαδή θέλει ανθρώπους αποφασισμένους να το πάνε μέχρι το τέλους και θέλει πεφωτισμένες ηγεσίες στο χώρο των Πανεπιστημίων.

Το ερώτημα είναι πού πάμε τώρα. Έχουμε ελπίδα, θ’ αλλάξει κάτι ειδικά μέσα στην κρίση; Και με τους ανθρώπους να είναι πολύ πιο δύσκολα απ’ ό,τι στο παρελθόν; Αφού τώρα και οι πανεπιστημιακοί και οι εκπαιδευτικοί και οι φοιτητές ζουν και προσωπικά πάρα πολλές δύσκολες στιγμές.

Υπήρχαν τρεις μεγάλες ενότητες. Η μία ήταν το θέμα διοίκησης. Η μεγάλη επιλογή και η μεγάλη σύγκρουση ήταν να πάμε από τη συνδιοίκηση στη διοίκηση. Προσέξτε: δεν υπάρχει ούτε μία χώρα στον κόσμο που οι φοιτητές να εκλέγουν τους Πρυτάνεις.

Είναι ένα σύστημα που αντιμετωπίζει τον Πρύτανη ως Δήμαρχο ή ως Νομάρχη. Αυτή τη λογική δίνει στο Πανεπιστήμιο. Αυτό, για τη μεγάλη πλειοψηφία των πανεπιστημιακών, ήταν συνώνυμο με τη δημοκρατία. Και θέλω να πιστεύω ότι ήταν καλοπροαίρετο, ότι το πίστευαν αυτό το πράγμα. Όμως, αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη σύγκρουση. Έπρεπε να σταματήσει η συνδιοίκηση.

Η εισαγωγή του θεσμού των Συμβουλίων εδώ θεωρήθηκε ως κάτι το επαναστατικό. Από τις 27 χώρες της Ευρώπης οι 25 εδώ και 9 χρόνια έχουν Συμβούλια. Η τελευταία εδώ και 9 χρόνια, γιατί οι περισσότερες το είχαν από πάρα πολλά χρόνια. Δηλαδή το Συμβούλιο Διοίκησης του Πανεπιστημίου ήταν ένας θεσμός που υπάρχει σε όλες τις χώρες, σε όλα τα Πανεπιστήμια, είτε είναι δημόσια είτε είναι ιδιωτικά.

Δηλαδή πράγματα τα οποία έρχονταν ως να ήταν τελείως άγνωστα ή από το υπερπέραν, ήταν η πραγματικότητα σε όλη την Ευρώπη. Τα Συμβούλια λοιπόν, ο θεσμός των Συμβουλίων, συνδεόταν και με κάποιες λογικές που έχουν να κάνουν με την αλλαγή αυτού που έχουμε στο μυαλό μας, ότι το Συμβούλιο θα είχε έναν συγκεκριμένο λόγο για το αναπτυξιακό σχέδιο του Πανεπιστημίου, για τα οικονομικά του Πανεπιστημίου, για να βρει πόρους για τα Πανεπιστήμια, για την ασφάλεια. Για να εξασφαλίσει την τήρηση των κανόνων και των εσωτερικών κανονισμών του Πανεπιστημίου. Γιατί κάποιος πρέπει να είναι υπεύθυνος για την τήρηση όλων αυτών των κανόνων. Δε μπορεί να είναι το Υπουργείο. Δε μπορεί να λένε «αυτοδιοίκητο του Πανεπιστημίου» και να πρέπει ο Υπουργός να τηρήσει τους κανόνες του Πανεπιστημίου.

Εδώ λοιπόν έπρεπε να γίνει – και έγινε- με το νόμο το Συμβούλιο.

Το θέμα της λογοδοσίας και της διαφάνειας, δηλαδή ο Πρύτανης πρέπει κάπου ν’ απολογείται. Οι Κοσμήτορες πρέπει κάπου ν’ απολογούνται, το Συμβούλιο πρέπει κάπου ν’ απολογείται, να υπάρχει μια διαδικασία λογοδοσίας σ’ έναν Οργανισμό τόσο σημαντικό όπως το Πανεπιστήμιο, το οποίο παίρνει και πάρα πολλά χρήματα από το Ελληνικό Δημόσιο, δηλαδή τον φορολογούμενο πολίτη.

Αυτό δε που είπαμε, από τη συνδιοίκηση να πάμε στη διοίκηση, έπρεπε να γίνει με την αποκομματικοποίηση, το φοβερό θέμα των παρατάξεων.

Η νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ, η ΠΑΣΠ και η ΔΑΠ σε αυτό το κομμάτι είχαν μια ενιαία γραμμή όπου προέρχονταν και από τα κόμματά τους μέχρι έναν βαθμό, δηλαδή έτσι είχαν διαπαιδαγωγηθεί. Η απόφαση λοιπόν, και το ότι ψηφίσαμε στη Βουλή με τέτοια πλειοψηφία, ότι δεν υπάρχει πια κανένας ρόλος για τις παρατάξεις στη Διοίκηση των Πανεπιστημίων, θεωρώ ότι είναι από τα μεγαλύτερα βήματα στο ν’ αλλάξει η λογική της κομματικοποίησης.

Προσέξτε: Τον Ιούνιο του 2012, όταν ανέλαβε η νέα κυβέρνηση, ήρθε στη Βουλή – και ευτυχώς δεν πέρασε γιατί ορισμένοι Βουλευτές από το ΠΑΣΟΚ και ορισμένοι Βουλευτές στη Νέα Δημοκρατία έβαλαν βέτο ότι θα καταψηφίσουν – από τον Υπουργό Παιδείας, ρύθμιση όπου έφερνε πίσω τις παρατάξεις, ένα χρόνο μετά. Γιατί; Γιατί υπήρχαν οι πολιτικές πιέσεις κι από δω κι από κει. ..

Η δική μου άποψη και πρόταση ήταν ότι δεν πρέπει να ψηφίζονται οι Πρυτάνεις και επιμένω σ’ αυτή την άποψη. Βρήκαμε τελικά την κοινή γραμμή με τη Νέα Δημοκρατία και με ένα μεγάλο μέρος της πανεπιστημιακής κοινότητας να υπάρχει η εκλογή αλλά μόνο από τους Καθηγητές και μετά από διεθνή προκήρυξη και μετά από πρόταση του Συμβουλίου. Και βέβαια η λογική ήταν και για τον Κοσμήτορα να υπάρχει η επιλογή του Κοσμήτορα από τον Πρύτανη γιατί ο Πρύτανης θ’ απολογείτο μετά για τον Κοσμήτορα και αυτό άλλαξε το 2012 και έγινε πάλι εκλογή του Κοσμήτορα. Κατανοώ, σε κάποιο βαθμό ότι είναι μια μεταβατική περίοδος για να φτάσουμε σ’ αυτά που γίνονται στην πλειοψηφία των Πανεπιστημίων άλλων χωρών, όπου οι εκλογές αυτές είναι αξιοκρατικές και γίνονται με απολογισμό έργου. Δεν έχουν την έννοια της δημοκρατικής διαδικασίας.

Η Διοίκηση έχει να κάνει και με τις συγχωνεύσεις. Η ιστορία της ποιότητας των συγχωνεύσεων είναι εξαιρετικά σημαντικό για την ποιότητα σπουδών και για τη Διοίκηση, ιδιαίτερα για τους πόρους της χώρας.

Θα σας πω ότι στις περισσότερες χώρες όπου έγιναν μεταρρυθμίσεις τα τελευταία 10 χρόνια, η κεντρική ιδέα ήταν η διεθνοποίηση. Δηλαδή πώς ανοίγουμε τα Πανεπιστήμιά μας για να έρθουν απ’ έξω φοιτητές στα δικά μας Πανεπιστήμια. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα. Πανεπιστήμιο που δεν ανοίγει ορίζοντες χώρα που δεν ανοίγεται, μαραίνεται και πεθαίνει. Δε γίνεται να έχεις μόνο δικούς σου φοιτητές, δεν γίνεται να έχεις μόνο δικούς σου Καθηγητές. Τα Πανεπιστήμια πια έχουν αυτή τη διάσταση.

Η Δανία που έκανε τη μεταρρύθμιση το 2007, από 18 Πανεπιστήμιο που είχε έκανε 4. Και τα 4 Πανεπιστήμια έγιναν σ’ αυτή τη λογική, το να γίνουν ισχυρά, μεγάλα, με περιφερειακή οργάνωση βεβαίως αλλά να μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν τις διεθνείς προκλήσεις και να προσκαλέσουν και οι ίδιοι φοιτητές.

Αν λειτουργεί ή όχι το σύστημα διοίκησης: Είπα πριν ότι μια μεταρρύθμιση θέλει 10 με 15 χρόνια για να δώσει αποτελέσματα. Δεν είναι εύκολο πράγμα να πας από το ένα επίπεδο στο άλλο. Το πιο σημαντικό είναι να ξεκινήσει αυτή η διαδικασία. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών έχει κάποιους από τους σημαντικότερους επιστήμονες στον κόσμο στο Συμβούλιο. Όχι τους σημαντικότερους Έλληνες, τους σημαντικότερους επιστήμονες γενικώς, στον κόσμο. Κορυφές του ΜΙΤ, κορυφές του Harvard, κορυφές της Οξφόρδης. Αυτοί οι άνθρωποι ήρθαν απ’ έξω προς τα μέσα. Σταμάτησε αυτή η ενδογαμία των Πανεπιστημίων, που έμπαινε κάποιος σ’ ένα Πανεπιστήμιο και έβγαινε απ’ αυτό χωρίς να χρειαστεί να πάει σε άλλα Πανεπιστήμια και να φέρει άλλες ιδέες. Τα Συμβούλια λοιπόν, θυμάστε ότι δεν ήταν εύκολο πράγμα να εκλεγούν. Έγινε κι εκεί ένας σχετικός πόλεμος. Κερδήθηκε αυτή η μάχη. Τα Συμβούλια λειτουργούν. Τώρα είναι η ώρα να κρατήσουμε τα Συμβούλια, γιατί κάποιοι από αυτούς που ήρθαν, είναι έτοιμοι να παραιτηθούν. Το Συμβούλιο Αθηνών δεν έχει συνεδριάσει ούτε μία φορά μέσα στο Πανεπιστήμιο. Συνεδριάζουν σε ξενοδοχεία τα οποία πληρώνουν μόνοι τους. Δηλαδή, το Πανεπιστήμιο είναι εχθρικό ως προς το Συμβούλιο. Το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης παρά την πάρα πολύ αρνητική θέση του Πρύτανή του για το θεσμό του Συμβουλίου, εξέλεξε ως Πρόεδρο έναν Βρετανό. Είναι ένας μεγάλος ελληνιστής, αλλά είναι Βρετανός. Που σημαίνει ότι υπάρχουν δυνάμεις οι οποίες ανασαίνουν, βγάζουν το κεφάλι τους απ’ το νερό, αρχίζουν και μιλάνε.

Πάω στη δεύτερη ενότητα, στην ποιότητα σπουδών Αξιοκρατία και αξιολόγηση: Πονεμένες ιστορίες, όμως έχουν γίνει. Ξεκίνησαν, συνέχισαν και αυτή τη στιγμή έχουμε ένα θεσμικό πλαίσιο για την αξιολόγηση. Και είναι και ατομική πια. Δηλαδή οι Καθηγητές αξιολογούνται και ως άτομα στην πενταετία. Θέλει κι αυτό το χρόνο του και είπαμε, θέλει και πεφωτισμένη ηγεσία για να πάρει τις πραγματικές διαστάσεις.

Άλλο θέμα, το κόστος φοίτησης: Σε κανένα Πανεπιστήμιο, δεν είχαν ένα εργαλείο να μετρούν το κόστος των σπουδών. Δηλαδή παίρνω τόσα λεφτά και μου κοστίζει τόσο για να κάνω τα εργαστήρια της Ιατρικής. Να υπάρχει στο τέλος κάθε χρόνου ένας προϋπολογισμός για να βγάζουμε τα κόστη. Τέλος πάντων, με τα πολλά έγινε ένα ολόκληρο σύστημα ηλεκτρονικό, βγάλαμε το κόστος για σπουδές, περιττό να σας πω ότι σταμάτησε, δε λειτουργεί πλέον. Θα σας πω νούμερα: Στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, το κόστος ανά φοιτητή Ιατρικής είναι 51.133 ευρώ. Στο Αριστοτέλειο είναι 13.000. Στο Πανεπιστήμιο Πατρών είναι 21.000. Στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 33.000. Στο Πανεπιστήμιο Κρήτης 26.000 και στη Θεσσαλία 21.000. Δεν πρέπει κάποιος να εξηγήσει γιατί; Γιατί το κόστος στο Πανεπιστήμιο Αθηνών είναι 51.000, δηλαδή 2,5 φορές πάνω από την Ιατρική Αθηνών; Πώς όλα αυτά θεωρούνται αυτονόητα; Ήμουν προημερών σε συζήτηση στη Θεσσαλονίκη με τον Πρύτανη του ΑΠΘ και είπε ο Πρύτανης για τα οικονομικά του ιδρύματος ότι ο προϋπολογισμός του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης είναι, 20 εκατομμύρια!!! Ακούω το 20 εκατομμύρια και λέω, είναι δυνατόν; 20 εκατομμύρια η Θεσσαλονίκη; Ευτυχώς είχα τους αριθμούς μαζί μου και βλέπω 135 εκ. Λέω, «με συγχωρείτε, 135. «Όχι» λέει, «τα 115 είναι οι μισθοί των Καθηγητών. Οι μισθοί των Καθηγητών δεν είναι μέσα στον προϋπολογισμό»!!! Αυτή η συζήτηση γίνεται τώρα, μετά από όλη αυτή την ιστορία. Όμως το Πανεπιστήμιο πρέπει να βρει και ιδιωτικούς πόρους. Και δίνεται πια κάθε δυνατότητα για ιδιωτικούς πόρους. πρέπει να εξηγήσουν τι τα κάνουν. Γιατί το κόστος ανά φοιτητή είναι τόσο; Τι σημαίνει αυτό το κόστος; Πού πηγαίνουν αυτά τα χρήματα; Πόσο είναι το διοικητικό κόστος, πόσο είναι το λειτουργικό, πόσο είναι το ερευνητικό, πόσο είναι τα υλικά; Γιατί στην ποιότητα σπουδών μπαίνουν όλα αυτά τα στοιχεία, όταν έχεις λίγα χρήματα, για να έχεις υψηλή ποιότητα, πρέπει να δεις πώς θα σχεδιάζεις το κόστος.

Η οργάνωση σπουδών είναι ένα άλλο θέμα. Δεν υπήρχε εγγραφή φοιτητών. Αρνούνταν τα Πανεπιστήμια να γράψουν τους φοιτητές, όποιος ήθελε πήγαινε, έδινε εξετάσεις. Δεν ήξερες πόσους φοιτητές είχες. Είναι δυνατόν; Είναι… Υπήρχε ο νόμος για υποχρεωτική εγγραφή. Κανένας δεν έκανε. Βάζουμε πάλι ότι εάν δεν υπάρχει εγγραφή, δεν θα χρηματοδοτηθεί το Πανεπιστήμιο, θα κοπούν και οι μισθοί των καθηγητών. Για να γίνουν τα πολύ απλά πράγματα. Γιατί χωρίς εγγραφή δε μπορείς να ξέρεις πώς να σχεδιάσεις το τμήμα σου.

Τα μαθήματα με προτεραιότητα, δηλαδή να μην είσαι στην Ιατρική στο 6ο έτος και να μην έχεις περάσει την Ανατομία. Το θέμα της παρακολούθησης των μαθημάτων, το θέμα των εξετάσεων. Μια από τις πρώτες αλλαγές που έγιναν ήταν ότι οι εξετάσεις θα γίνονται σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. 4 εξεταστικές, 5 εξεταστικές, στην Ιατρική 6 εξεταστικές. Δεν υπάρχει σε καμία χώρα τέτοιο παράδειγμα, σας διαβεβαιώ. Είπαμε, 3 εξεταστικές, τέρμα. Το πρώτο πράγμα που έγινε το 2012, να δοθούν δυο εξεταστικές καινούργιες. Δεν αντιδρά κανένας. Γίνονται, ξεγίνονται, δεν αντιδρά κανένας. Όταν γίνονται αντιδρά το σύμπαν. Όταν ξεγίνονται, δε μιλάει κανένας.

Και ερχόμαστε στη διάρκεια σπουδών: Θα σας πω πάλι ένα ενδιαφέρον στιγμιότυπο το οποίο το λέω συχνά γιατί έγινε μπροστά σε 400 άτομα: Είμαστε σε μια εκδήλωση για τον Πλάτωνα στο Μουσείο της Ακρόπολης και παίρνει το λόγο ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο κ. Πελεγρίνης. Εκείνη την εποχή, μια από τις συγκρούσεις είναι το θέμα των αιώνιων φοιτητών και γιατί δεν πρέπει να σταματήσει αυτός ο θεσμός των αιώνιων φοιτητών. Λέει, λοιπόν ο κ. Πελεγρίνης ο οποίος όπως ξέρετε είναι και Καθηγητής της Φιλοσοφικής: «Αυτό που θα σας πω θέλω να το ακούσει η κα Υπουργός, για να κατανοήσει το λάθος της. Ο Αριστοτέλης έμεινε στη σχολή του Πλάτωνα 20 χρόνια. Δηλαδή εάν τότε ήταν Υπουργός η Διαμαντοπούλου, θα έδιωχνε τον Αριστοτέλη από τη Σχολή του Πλάτωνα»! Στη συζήτηση με τους αιώνιους φοιτητές, υπάρχει πάντοτε το εξής επιχείρημα: «Και τι σας πειράζει αφού ούτε βιβλία παίρνουν, ούτε πάσο έχουν ούτε αυτό ούτε εκείνο, ασ’ τους εκεί και τι σε πειράζουν εσένα;» Όταν γίνεται η αξιολόγηση των Πανεπιστημίων σε διεθνές επίπεδο, ένα από τα στοιχεία της αξιολόγησης είναι ο μέσος όρος αποπεράτωσης σπουδών. Όταν εμείς έχουμε μέσο όρο αποφοίτησης 7,5-8 χρόνια σε σχολές 4ετούς φοίτησης, αμέσως-αμέσως τα Πανεπιστήμιά μας πάνε κάτω. Δεύτερον, πώς να οργανώσεις τις εξετάσεις; Οργανώνουμε εξετάσεις για 100 κι έρχονται 300. Δεν ξέρει κανείς πόσοι θα έρθουν για εξετάσεις.

Να σας πω τώρα για τον πολιτικό τι σημαίνει αυτή η απόφαση; 180.000 άτομα απέναντι του, Χ 2-3 άτομα οι οικογένειές τους…θυμάμαι ελάχιστοι μόνο βουλευτές είχαν βγει τότε να στηρίξουν την ιστορία των αιώνιων φοιτητών γι’ αυτό το λόγο. Γι’ αυτό και είπα ως αρχική παρατήρηση, πως κάθε απόφαση στο χώρο της παιδείας έχει τεράστια ακροατήρια με τα οποία πάρα πολύ εύκολα έρχεσαι σ’ επαφή. Όταν κάποιος μένει 8 χρόνια μέσα στο Πανεπιστήμιο, διαλύει και την ίδια τη ζωή του. Εδώ δεν είμαι ακόμη σίγουρη αν θ’ αλλάξει ή όχι, αλλά αυτό πια που περιμένω να δω είναι ποιοι θ’ αντιδράσουν. Ξέρετε πολύ καλά ότι οι Πρυτάνεις έχουν τοποθετηθεί υπέρ της διαιώνισης του μέτρου των αιωνίων φοιτητών. Στο θέμα της ποιότητας σπουδών, θα μπορούσα να πω πολλά ακόμη γιατί είναι και πολλά πράγματα που αφορούν τους φοιτητές, ο Συνήγορος του Φοιτητή, γιατί υπάρχει μια αυθαιρεσία από πλευράς των καθηγητών πολλές φορές ή το πώς πρέπει ν’ αντιμετωπίζουμε με διαφορετικό τρόπο τη μέριμνα των φοιτητών, με πόρους διαφορετικούς, με σωστή χρησιμοποίηση των πόρων.

Ξέρετε, είδαμε να κλείνει το Πανεπιστήμιο Αθηνών για τους διοικητικούς. Εγώ θέλω να μάθω γιατί δεν ρώτησε κάποιος από τους δημοσιογράφους τον κ. Πελεγρίνη γιατί δεν έκλεισε το Πανεπιστήμιο όταν επί τόσα χρόνια οι εστίες που είναι για τους φοιτητές ήταν νοικιασμένες σε αλλοδαπούς και άλλους άσχετους με το πανεπιστήμιο; Ήξεραν όλοι ότι οι εστίες του Πανεπιστημίου ήταν νοικιασμένες. Ούτε κανείς έκλεισε ούτε κανείς έβαλε θέμα. Αυτά όμως δε λέγονται στο δημόσιο διάλογο. Και νομίζω έχουμε και οι δυο την εμπειρία από το να τα λες και να μην ακούγονται και να μην τ’ αναπαράγει κανείς, εκτός από ελάχιστους δημοσιογράφους, ένας από τους οποίους είναι σήμερα εδώ μέσα και δε θέλω ν’ αναφερθώ, γιατί ίσως του κάνω κακό.

Και τελειώνω με το θέμα της διεθνοποίησης. Η διεθνοποίηση, είναι πολύ σημαντικότερο απ’ ό,τι νομίζουμε. Σήμερα υπάρχουν πολλές μορφές διεθνοποίησης. Όμως η ιστορία της διεθνοποίησης είναι και για την οικονομία μιας χώρας σημαντική, για να μη χάνει πόρους αλλά και για να φέρνει πόρους, αλλά και για το Πανεπιστήμιο αυτό καθαυτό. Δεν υπάρχει σήμερα γνώση που να περιορίζεται σ’ έναν χώρο, σε μια γλώσσα, σε μια αντίληψη, σε μια μικρή ομάδα. Έχουν γίνει πολλά για τη διεθνοποίηση. Μπορούν να κάνουν και τα δικά μας Πανεπιστήμια πλέον παραρτήματα. Ήδη το Γεωπονικό ξεκίνησε μια προσπάθεια με τη Σαουδική Αραβία. Η προσέλκυση των φοιτητών είναι κάτι που είναι πολύ δύσκολο, πρέπει να ξεπεράσουμε πάρα πολλά ακόμα. Ξέρετε ότι τα MOOCs, το Massive Open Online Course είναι πια το νέο μεγάλο asset των Πανεπιστημίων. Ο νόμος δίνει τη δυνατότητα να το κάνουν και θα ήταν πολύ ουσιαστικό μόνο αν σκεφτούμε την ομογένειά μας, τι θα σήμαινε το MOOCs για την Ελλάδα. Οικονομικά, τεράστια οφέλη.

Καταλήγω στα μεγάλα ζητήματα μας: ο πρώτος άξονας είναι το Σύνταγμα. Η αλλαγή στο Σύνταγμα πρέπει να σταθεί πάρα πολύ σοβαρά στο πρόβλημα όλου του εκπαιδευτικού συστήματος. Εγώ θεωρώ πλέον ότι και στην Πρωτοβάθμια και στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση πρέπει να πάει περιφερειακά το σύστημα, δεν υπάρχει κανένα πια τόσο συγκεντρωτικό σύστημα στην Ευρώπη. Το θέμα του Νομικού Προσώπου των Πανεπιστημίων, το θέμα των μη κερδοσκοπικών Πανεπιστημίων, που χάσαμε πραγματικά μια μεγάλη ευκαιρία, το θέμα της αποκέντρωσης.

Ο δεύτερος σοβαρός άξονας είναι η λειτουργία του πολιτικού συστήματος του Κοινοβουλίου. Αυτό που είδαμε είναι να επιτυγχάνουμε συναίνεση στη διάλυση της συναίνεσης. Δηλαδή τη μία χρονιά συναινέσαμε και την άλλη χρονιά όλοι μαζί είπαμε, πολύ κακώς συναινέσαμε. Αυτό όμως δημιουργεί ένα πολιτικό παράδειγμα. Δημιουργεί κακό προηγούμενο και στη νέα γενιά που έρχεται και στον πολίτη. Λέγαμε να έχουμε συναινέσεις στην Παιδεία, αυτό είναι το σημαντικό. Τουλάχιστον στην Παιδεία ρε παιδί μου να τα βρείτε. Τα βρήκαμε. Και που τα βρήκαμε; Άρα το πώς λειτουργεί το πολιτικό σύστημα και το Κοινοβούλιο είναι πραγματικά ένα πάρα πολύ σοβαρό θέμα. Το πελατειακό και συντεχνιακό σύστημα, εξακολουθεί και ζει και βασιλεύει. Όλη η ιστορία του πώς βγήκαν οι Πρυτάνεις πάλι να πουν ότι πρέπει να διατηρηθούν οι αιώνιοι φοιτητές, γιατί το κάνουν; Γι’ αυτό λέω ότι το πελατειακό σύστημα δεν είναι κάτι που αφορά μόνο τους Βουλευτές πια.

Και τέλος ο άξονας που έχει να κάνει με το θέμα των συγχωνεύσεων των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ. Δε γίνεται η χώρα να συνεχίζει με 39 Ιδρύματα. Αρκεί να σας πω ότι με το σχέδιο «Αθηνά» δεν άνοιξε μύτη, όταν θα γίνουν όμως, οι συγχωνεύσεις θα πρέπει κάποιος ν’ αποφασίσει να κάνει τη μετωπική σύγκρουση γιατί το θεσμικό πλαίσιο τα έχει όλα μέσα. Λέει λοιπόν το θεσμικό πλαίσιο: Δε μπορεί να υπάρχει σε καμία πόλη ένα τμήμα μόνο του. Δε μπορεί. Άρα κλείνουν όλα. Κι έδινε προθεσμία 12 μήνες. Ξέρετε τι σημαίνει ένα τμήμα μόνο του; δηλαδή να έχεις στη Λιβαδειά – όπως έχεις πράγματι – ένα τμήμα Πολιτικών Επιστημών, να έχεις στο Ναύπλιο ένα Τμήμα Θεατρολογίας. Δεν υπάρχει Πανεπιστήμιο, υπάρχει ένα τμήμα. Έλεγε λοιπόν: Δε μπορεί να υπάρχει, αυτά θα πρέπει να γίνουν προγράμματα σπουδών και να πάνε στις σχολές. Αυτό άλλαξε αμέσως, το Σεπτέμβριο. Και ενώ είχαμε 18 τμήματα τέτοια, τώρα έχουμε 20. Επομένως έχει πολύ μεγάλη σημασία η ειλικρίνεια και η απόφαση σε όλους τους χώρους αλλά ειδικά στο χώρο της Παιδείας, να γίνουν πολύ ουσιαστικές και μεγάλες αλλαγές.

Ήθελα να σας πω ότι αυτή ή εμπειρία, θεωρώ ότι ήταν η πιο μεγάλη, η πιο ουσιαστική μάχη και είναι κάτι που με κάνει περήφανη με τη συνείδησή μου. Και λάθη υπάρχουν και πράγματα πρέπει ν’ αλλάξουν, όμως ο καθένας πρέπει να είναι ήσυχος ότι εκεί που χρειάστηκε, τη στιγμή που χρειάστηκε, έκανε αυτό που μπορούσε.

Σας ευχαριστώ πολύ.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η σημασία των επερχόμενων αμερικανικών εκλογών

ΑΥΓ 26, 2024

Πυρκαγιές: Πέρα από την επανάληψη της αδυναμίας και της καταγγελίας

ΑΥΓ 16, 2024

Βιογραφικά Περιφερειακών Δντων Εκπαίδευσης 2009-2012

ΜΑΙ 12, 2016