Το βιβλίο μου το είχα παρουσιάσει σε πολλές πόλεις, δεν το είχα παρουσιάσει εδώ και τώρα βέβαια, δύο χρόνια μετά, δεν είναι δυνατόν να παρουσιαστεί ένα βιβλίο, σίγουρα όμως μπορούμε να μιλήσουμε για το περιεχόμενο του βιβλίου και για το ρόλο της γυναίκας.
Ήμουνα στην Ένωση Γυναικών Ελλάδος πολλά χρόνια πριν, όταν ήμουνα 22-23 χρονών, τότε που το Γυναικείο Κίνημα ήταν μια πολύ ισχυρή συνιστώσα του λαϊκού κινήματος, κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα, όχι γιατί φταίνε οι γυναίκες ή γιατί φταίνε οι συγκεκριμένες οργανώσεις, αλλά γιατί τα δεδομένα έχουν αλλάξει και τα κινήματα έχουν διαφορετικό χαρακτήρα. Δηλαδή, σήμερα μπορεί πιο εύκολα να δημιουργηθεί ένα κίνημα για το ασφαλιστικό των γυναικών, παρά συνολικά για το Γυναικείο Κίνημα. Σε μια εβδομάδα είναι η 8 του Μάρτη. Η 8 του Μάρτη είναι ένα ορόσημο. Πριν από χρόνια, τότε στη δεκαετία του ’80 η ανάγκη του εορτασμού ήταν έντονη στην Ελλάδα σε μεγάλο βαθμό, γιατί στην Ελλάδα είχε φτάσει με καθυστέρηση ο απόηχος του Γυναικείου Κινήματος και των αγώνων του. Σήμερα μάλλον έχει κάποια γραφικά χαρακτηριστικά πρέπει να παραδεχτούμε κάνουν τις δηλώσεις όλοι που ασχολούνται με την πολιτική, βγαίνουν κάποιες ανακοινώσεις, δεν υπάρχει τίποτα από τη μαγεία που υπήρχε 20 χρόνια πριν όταν οι γυναίκες βγαίνανε πραγματικά στο δρόμο.
Εγώ θυμάμαι, ότι στην πρώτη εκδήλωση που συμμετείχα ως μαθήτρια για τις 8 του Μάρτη, ήταν μόλις είχε πέσει η χούντα, ήμουνα στην 6η Γυμνασίου τότε και το πανό που κρατούσαμε ήταν ένα τεράστιο πανό που έλεγε: «Γυναίκα χωρίς άνδρα, ψάρι χωρίς ποδήλατο». Ήταν οι ακραίες επιλογές ενός Φεμινιστικού Κινήματος που τότε μόλις γεννιόταν και που έμελλε να πετύχει πολλά στη χώρα.
Σήμερα 25 χρόνια μετά, έχουμε κατακτήσει πολλά το ’81 είχαμε το νέο Οικογενειακό Δίκαιο, το ’75 είχαμε το νέο Σύνταγμα και από τότε έχουμε ένα θεσμικό πλαίσιο που θα μπορούσε να πούμε, ότι είναι από τα πιο ζηλευτά στην Ευρώπη. Όχι στον κόσμο, αλλά στην Ευρώπη έχουμε πραγματικά ένα πολύ προοδευτικό θεσμικό πλαίσιο.
Υπάρχει όμως ακόμη λόγος να παλεύουμε, υπάρχει ακόμη «θέμα»; Επειδή οι ομιλίες αυτές μπορεί να γίνουν πολύ βαρετές θα σας πω δυο – τρεις πολύ μικρές ιστορίες από μισό λεπτό η κάθε μία για να δούμε και την εξέλιξη των πραγμάτων.
Όταν έγινα Νομάρχης το 1986 ήμουνα τότε 25 χρονών και τότε όπως θυμάστε, διορίζονταν οι Νομάρχες. Πήγα, λοιπόν, στη Νομαρχία και μετά τις 10 πρώτες μέρες χρειάστηκε να πάω για μια τελετή. Και εκεί υπήρχε μια θέση που πήγαινε ο Νομάρχης.
Πήγα, λοιπόν, εγώ και ήταν ένας αστυνομικός και μου λέει, «σε παρακαλώ να πας αριστερά ή δεξιά». Λέω, «θέλω να περάσω μπροστά», ντρεπόμουνα να πω κιόλας ότι είμαι Νομάρχης. Μου λέει, «λυπάμαι, πολύ εκεί είναι η θέση του Νομάρχη». Του λέω «κοιτάξτε, είμαι η νέα Νομάρχης» και γυρίζει ο αστυνομικός και μου λέει, «κι εγώ είμαι ο Μέγας Ναπολέων, πήγαινε τώρα ή αριστερά ή δεξιά». Η εικόνα μίας κοπέλας 25 χρονών που θα μπορούσε να ήταν Νομάρχης ήταν αδύνατον να μπει στο μυαλό στο 1985.
Όταν κατέβηκα πρώτη φορά υποψήφια βουλευτής, το 1993, έγιναν οι εκλογές ξαφνικά και ήταν 20 μέρες που είχα γεννήσει, ήμουνα ακόμα λεχώνα, έπρεπε λοιπόν να πάρω απόφαση αν θα κατεβώ ή όχι. Τελικά κατέβηκα.
Την ημέρα των εκλογών γέμισαν όλα τα εκλογικά κέντρα με ένα μικρό χαρτάκι που έλεγε: «Θα εμπιστευτείτε μία γυναίκα που άφησε το 20 ημερών παιδί της για να κατεβεί στις εκλογές;». Αυτό ήταν ένα δεύτερο μήνυμα, είναι διαφορετικός ο τρόπος που μπορείς να χτυπήσεις στην πολιτική μια γυναίκα απ’ ότι έναν άνδρα ή αν θέλετε από την καλοπροαίρετη πλευρά, είναι διαφορετικά αυτά που περιμένεις από μια γυναίκα και διαφορετικά αυτά που περιμένεις από έναν άνδρα.
Τέλος, όταν πήγα Επίτροπος το 1999? κάθε Τετάρτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνεδριάζει, μια φορά το μήνα συνεδριάζει στο Στρασβούργο, υπάρχει, λοιπόν, μια ειδική πτήση η οποία παίρνει τους Επιτρόπους. Στην πρώτη αυτή πτήση που θα πηγαίναμε, ήμουνα τότε πάλι η νεότερη Επίτροπος, ήμουνα 39 χρονών, μπήκα μπροστά και κάθισα στη θέση των Επιτρόπων.
Ήρθε, λοιπόν, η αεροσυνοδός και μου είπε: «Σας παρακαλώ να περάσετε πίσω». Της λέω γιατί; «Γιατί εδώ είναι οι Επίτροποι όχι οι Γραμματείς». Επομένως και στην Ευρώπη δεν ήταν πολύ δεδομένα ούτε τα χαρακτηριστικά, ούτε η εικόνα που είχαμε για την εξουσία.
Τα πράγματα αλλάζουν, αλλά αλλάζουν πολύ αργά. Βεβαίως η γυναίκα διεκδικεί σήμερα να γίνει Πλανητάρχης, βεβαίως η Γερμανία έχει Καγκελάριο ή η Μεγάλη Βρετανία είχε πρωθυπουργό, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι άλλαξαν τα δεδομένα.
Θα πω, λοιπόν, με επικεφαλίδες το πού είμαστε σήμερα και τι χρειάζεται. Θεσμικά δεν υπάρχουν μεγάλα προβλήματα να επιλύσουμε. Ο προηγούμενος αιώνας ξεκίνησε με τις γυναίκες να παλεύουν για τα δικαιώματά τους, για το δικαίωμα στην ψήφο, για το δικαίωμα στην εργασία, για το δικαίωμα ίσης αμοιβής για ίδια εργασία. Αυτά τα έχουμε πετύχει σε μεγάλο βαθμό, στην Ευρώπη βέβαια, μιλάω μόνο για την Ευρώπη γιατί αν πάμε λίγο ανατολικά, λίγο νότια θα δούμε ότι τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά.
Έχουμε, λοιπόν, πετύχει το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το θέμα των πολιτικών δικαιωμάτων, το θεσμικό πλαίσιο. Υπάρχουν τέσσερις μεγάλοι τομείς που χρειάζεται πολύ δουλειά ακόμα. Το πρώτο είναι ο χώρος της οικονομίας. Σήμερα η ανεργία στην Ελλάδα για τις γυναίκες είναι 2,5 φορές μεγαλύτερη απ’ ότι για τους άνδρες.
Σήμερα γίνεται μια ολόκληρη συζήτηση για τα ασφαλιστικά δικαιώματα των γυναικών. Εάν θα πρέπει να υπάρχει ισότητα στο χρόνο συνταξιοδότησης. Και εδώ χρειαζόμαστε πολύ πειστικά επιχειρήματα, γιατί βεβαίως είναι καλύτερα να παίρνεις σύνταξη όταν δουλεύεις λιγότερα χρόνια, αλλά πρέπει να αιτιολογείς το γιατί. Και η ασφαλιστική ισότητα θα πρέπει να έπεται μιας ισότητας στην κοινωνία.
Η γυναίκα έχει το βιολογικό μέρος της γέννησης των παιδιών, έχει σχεδόν στο σύνολό της την ευθύνη των παιδιών στην οικογένεια, γιατί δεν υπάρχουν οι υποδομές, γιατί δεν υπάρχουν οι κοινωνικές υποδομές που χρειάζονται ώστε να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα των γυναικών.
Είναι, λοιπόν, δεδομένα διαφορετικά που πρέπει να οδηγούν τουλάχιστον επί του παρόντος σε διαφορετικά ασφαλιστικά και άλλα δεδομένα. Είναι, λοιπόν, στην οικονομία το θέμα της ανεργίας, είναι το θέμα του ασφαλιστικού και άλλων προβλημάτων που απορρέουν από το ασφαλιστικό. Είναι το θέμα της επιχειρηματικότητας, έχουμε 12% γυναίκες επιχειρηματίες και πολλές απ’ αυτές δίνουν το όνομά τους στην επιχείρηση. Έχουμε το θέμα της συμμετοχής στα διευθυντικά πόστα, στις Τράπεζες έχουμε περίπου 1,5% γυναίκες σε υψηλά πόστα.
Έχουμε, λοιπόν, στον τομέα της οικονομίας πολύ μεγαλύτερη συμμετοχή των γυναικών απ’ ότι είχαμε στο παρελθόν, αλλά με πολύ μεγάλες διαφορές απ’ ό,τι έχουν οι άνδρες. Θα πρέπει δε να πούμε, ότι οι γυναίκες αμείβονται για ίση εργασία κατά κανόνα 18% λιγότερο από τους άνδρες, παρά τους νόμους που υπάρχουν σύμφωνα με τις μελέτες του ΚΕΦΥ.
Ο δεύτερος μεγάλος χώρος είναι η εκπαίδευση. Οι γυναίκες μπαίνουν με εντυπωσιακό τρόπο πλέον στο χώρο της παιδείας, κάθε χρόνο οι πρωτιές είναι γυναικείες, σε όλες τις Σχολές έχουμε πλειοψηφία. Εγώ θυμάμαι όταν μπήκα στους Μηχανικούς ήμασταν 9 κοπέλες στους 100, σήμερα το ποσοστό είναι 47%-53%.
Επομένως, έχουμε μία δυναμική συμμετοχή σε όλα τα επίπεδα και με αριστεία. Μόνο που εδώ έχουμε και πάλι σε ό,τι αφορά τις μεγάλες προκλήσεις της σημερινής εποχής και τα νέα δεδομένα ή τις νέου τύπου Σχολές έχουμε και πάλι συμμετοχή ανδρών προς γυναίκες 1:4, δηλαδή 20 χρόνια πριν, το Πολυτεχνείο ήταν μια ιστορία για άνδρες, σήμερα στην Πληροφορική, στις Τεχνικές Σχολές, στα Ερευνητικά Κέντρα, στη Μοριοβιοτεχνολογία, σε όλα αυτά που αποτελούν σήμερα τους νέους ορίζοντες και που ουσιαστικά δημιουργούν και τις θέσεις στην αγορά εργασίας και εκεί έχουμε πάλι 1:4, μία γυναίκα 4 άνδρες.
Η παιδεία όμως πέρα από τα αποτελέσματά της, βάζει και τη συνολικότερη κουλτούρα και πολιτική. Δεν θα μπορούσε να πει κανείς εύκολα ότι τα ελληνικά βιβλία σήμερα μεταφέρουν τον σεξισμό, αλλά δεν χωράει πάλι αμφιβολία ότι η συνολικά ελληνική κοινωνία κατευθύνει προς διαφορετικές οδούς τα αγόρια και τα κορίτσια σε πολύ μικρή ηλικία.
Το τρίτο θέμα είναι ο χώρος της πολιτικής. Και λέγοντας πολιτική δεν εννοώ μόνο το Κοινοβούλιο, εννοώ το σύνολο της συμμετοχής των γυναικών. Εδώ όσον αφορά το Κοινοβούλιο, η περιοχή σας είναι μια περιοχή που είχε γυναίκα βουλευτή την κα Μαρκολιά, αλλά βεβαίως οι περισσότερες περιοχές της Ελλάδος δεν έχουν εκπροσωπηθεί στο Ελληνικό Κοινοβούλιο με γυναίκες αντιπροσώπους.
Γίνονται δειλά στην Αυτοδιοίκηση, πολύ δειλά βήματα, έχουμε μία γυναίκα Νομάρχη στους 53, έχουμε πολύ λίγο αριθμό Δημάρχων, νομίζω ότι είναι λιγότερο από το 10%, η συμμετοχή στα κοινά είναι πολύ μικρότερη, ανεβαίνει, αλλά θυμάμαι στο Πεκίνο είχαν πει, ότι εάν συνεχίσουμε τη συμμετοχή των γυναικών μ’ αυτούς τους ρυθμούς σε όλο τον κόσμο, χρειάζονται 2.500 χρόνια για να έχουμε ίση συμμετοχή ανδρών και γυναικών. Εδώ δεν θα είναι 2.500 χρόνια, αλλά εν πάση περιπτώσει θα είναι σίγουρα πολλά.
Η πολιτική είναι πάλι μια ιστορία που έχει να κάνει με τη συνολική εξέλιξη της κοινωνίας και με τις αρχές που δημιουργούνται και με τα βιώματα που υπάρχουν και με τις υποχρεώσεις που έχει μια γυναίκα και με τα πρότυπα που δημιουργούνται. Και πρέπει να παραδεχτούμε εδώ ότι και πάλι έχουμε πολλά πρότυπα που πισωγυρίζουν.
Δηλαδή η εξωτερική εμφάνιση, η ενασχόληση των νέων γυναικών, πάρα πολύ με ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη γυναικεία τους φύση, οι προτεραιότητες που δίνονται στο θέμα της αποκατάστασης μέσω του γάμου, αντί της αποκατάστασης μέσω του επαγγέλματος είναι ζητήματα που πισωγυρίζουν τις κοινωνίες και που δυστυχώς είναι παρόντα, δεν μπορούμε να μην τα δούμε.
Και όλα αυτά έχουν σχέση και με τις επιλογές των νέων γυναικών να συμμετέχουν σε κάθε είδους πολιτική. Το τελευταίο διάστημα γύρισα όλη την Ελλάδα ως υπεύθυνη του θέματος παιδείας και έβλεπα τις φοιτητικές οργανώσεις. Είναι νομίζω 95% η συμμετοχή των αγοριών, πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ότι είναι σε όλα τα άλλα επίπεδα της κοινωνίας.
Και βέβαια είναι και το θέμα του προσωπικού χώρου, του ιδιωτικού χώρου όπου τα φαινόμενα βίας εναντίον των γυναικών έχουν πολύ μεγάλες διαστάσεις σε όλες τις κοινωνίες, ανεξαρτήτως της πολιτιστικής τους συμπεριφοράς, ανεξαρτήτως της οικονομικής κατάστασης ή του επιπέδου εκπαίδευσης των ανδρών.
Οι τελευταίες στατιστικές δείχνουν στην Ευρώπη ότι έχουμε ίδιο αριθμό βίας εναντίον των συντρόφων τους από ανθρώπους που τελείωσαν το πανεπιστήμιο και από ανθρώπους που είναι χειρώνακτες. Η βία, λοιπόν, είναι και αυτό ένα πάρα πολύ σοβαρό θέμα που έχει να κάνει με τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η πραγματικότητα είναι πολύ καλύτερη, περάσαμε την εποχή των δικαιωμάτων, περάσαμε την εποχή των πολιτικών που είναι αυτές οι τέσσερις που σας περιέγραψα: οικονομία, παιδεία, πολιτική και ο προσωπικός χώρος και δεν αναφέρθηκα στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης που παίζουν ένα σημαντικό ρόλο και είναι και ο χώρος των προτύπων. Πόσο λειτούργησαν σε παγκόσμιο και σε ελληνικό επίπεδο τα πρότυπα;
Οι γυναίκες απέδειξαν ότι μπορούν να είναι τα πάντα. Μπορεί να είναι Πρωθυπουργοί σε χώρες από την Βρετανία μέχρι το Πακιστάν, μπορεί να είναι στρατηγοί, αστροναύτες, μπορεί να είναι υψηλοτάτου επιπέδου ερευνητές, νομπελίστες, καλλιτέχνες, δεν υπάρχει πια κανείς που να αμφιβάλει όπως στις αρχές του προηγούμενου αιώνα για το αν οι γυναίκες μπορούν να κάνουν κάτι.
Όμως τα πρότυπα είναι απαραίτητα, αλλά δεν είναι αρκετά. Δεν λύνεται το πρόβλημα σε μια χώρα αν ο Πρωθυπουργός είναι γυναίκα. Είμαστε στην εποχή που εγώ θα το συμπύκνωνα σε ένα στόχο, ότι χρειάζονται πια πολλές γυναίκες παντού. Χρειαζόμαστε τη δύναμη του αριθμού των γυναικών σε όλα τα επίπεδα για να ανατραπούν πολλά δεδομένα.
Η κατάσταση των γυναικών στη χώρα μας, σε όλους τους παραπάνω χώρους που προείπα, έχει πάρα πολύ μεγάλη πρόοδο, ραγδαία πρόοδο σε σχέση με άλλες χώρες. Δηλαδή βλέπουμε ότι η Ελληνίδα πολύ γρήγορα κατακτά κάστρα και πολύ γρήγορα μπαίνει ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες στις μεγάλες προκλήσεις.
Όμως βεβαίως μια χώρα, ένας λαός πάει μπροστά μέσα από συλλογικές προκλήσεις που συμπαρασύρει και τα δύο φύλα, που συμπαρασύρει όλες τις φυλές, που συμπαρασύρει όλες τις ομάδες του πληθυσμού.
Ως χώρα, έχουμε την ανάγκη για ένα μεγάλο άλμα, για ένα μεγάλο όραμα, για κάτι που θα μας βγάλει απ’ αυτό που ζούμε τώρα και που είναι η απαξίωση της πολιτικής και που θα μας δώσει τη δυνατότητα να πάμε σε ένα όραμα για τη χώρα μας, το οποίο δεν έχει μόνο τα χαρακτηριστικά της ουτοπίας, αλλά είναι ρεαλιστικό, είναι σαφές και συγκεκριμένο και σ’ αυτό μπορούμε να ακολουθήσουμε όλοι, άνδρες και γυναίκες και μπορούν να το κάνουν με συγκεκριμένο τρόπο ο καθένας με τις δυνάμεις του και να τύχει συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Αυτό είναι το βιβλίο για την έξυπνη Ελλάδα. Αυτό προσπάθησα να περιγράψω. Η έξυπνη Ελλάδα είναι μία λέξη που την επέλεξα ξέροντας, ότι σ’ αυτή τη χώρα έχουμε ρίξει πολύ μελάνη και πολύ αίμα για την ελεύθερη Ελλάδα, για τη δίκαια Ελλάδα, για τη μεγάλη Ελλάδα, για την κοινωνική Ελλάδα, τα έχουμε παλέψει όλα.
Η έξυπνη Ελλάδα διαχωρίζεται από την ξύπνια Ελλάδα, δηλαδή από την Ελλάδα που ζούμε σήμερα σε μεγάλο βαθμό. Η διαφορά του έξυπνου από τον ξύπνιο είναι, ότι ο έξυπνος είναι ευφυής και ταυτόχρονα επιμελής, βάζει στόχους και τους πετυχαίνει, λειτουργεί συλλογικά και απολαμβάνει συλλογικά. Ο ξύπνιος είναι ευφυής, αλλά είναι ευέλικτος, δεν βάζει στόχους, πετυχαίνει κάθε φορά αυτό που τον βολεύει τη συγκεκριμένη στιγμή, δεν λειτουργεί συλλογικά, λειτουργεί ατομικά και κερδίζει ατομικά.
Τα δεύτερα χαρακτηριστικά είναι αυτά που πρέπει να αποφύγουμε. Και αυτά τα δεύτερα χαρακτηριστικά είναι αυτά πολλές φορές που μας φέρνουν σε αδιέξοδο.
Η έξυπνη Ελλάδα πρέπει να έχει έναν εθνικό στόχο και συγκεκριμένες πολιτικές. Και έρχομαι λίγο να περιγράψω με λίγα λόγια ένα βιβλίο που είναι περίπου 350 σελίδες.
Εμείς ως χώρα είμαστε μία μικρή χώρα, που δεν έχουμε φυσικούς πόρους, δεν έχουμε πετρέλαιο, δεν έχουμε χρυσό δεν έχουμε εκείνους τους φυσικούς πόρους που θα μπορούσαν εύκολα να μας δώσουν πλούτο. Δεν έχουμε το μέγεθος εκείνο που θα μας δημιουργούσε αγορές.
Η θέση μας είναι σημαντική, αλλά όχι όσο σημαντική ήταν, ας πούμε, στην περίοδο του ψυχρού πολέμου. Σήμερα είναι αρκετές χώρες που μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο λόγω γεωγραφίας. Και βρισκόμαστε σε ένα πάρα πολύ ανταγωνιστικό περιβάλλον. Ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον μέσα στην Ευρώπη και σε παγκόσμιο επίπεδο. Ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον που το μικρό μαγαζί φαντάζομαι και στην Κομοτηνή σήμερα και όχι μόνο στην Αθήνα, μπορεί να χτυπηθεί από τον Κινέζο μικρέμπορο και όχι μόνο από τον διπλανό.
Το κέντρο της Αθήνας μέσα σε δύο χρόνια έχει αντικατασταθεί το 60% των μαγαζιών από Κινέζους που κάνουν εμπορικά, σε όλες τις επαρχιακές πόλεις έχουμε προϊόντα σε όλα τα επίπεδα. Σήμερα η Κίνα παράγει το 97% των φωτοτυπικών μηχανημάτων, φανταστείτε, του κόσμου. Δηλαδή όλα τα εργοστάσια του κόσμου που παράγουν φωτοτυπικά μηχανήματα, αυτή λειτουργούν στην Κίνα.
Ο ανταγωνισμός σε βιομηχανικό επίπεδο κα σε παραγωγή μεταφέρεται σε όλα τα σημεία του κόσμου: στην Κίνα, στην Ινδία, στη Νότια Αμερική και εμείς δεν έχουμε να ανταγωνιστούμε πια ούτε με τη Βουλγαρία προς την οποία κινούνται τα εργοστάσια, ούτε με τη Μολδαβία, έχουμε να ανταγωνιστούμε με όλο τον κόσμο.
Ήδη στην Ευρώπη υπάρχει μια μεγάλη ανησυχία γιατί αρχίζουν και φτάνουν αγροτικά προϊόντα από την Κίνα, τα οποία μέχρι τώρα ο ανταγωνιστής μας ήταν η Αφρική. Έχουμε έναν ισχυρό ανταγωνισμό στο εσωτερικό της Ευρώπης, γιατί πολλές χώρες βιομηχανικές έχουν προχωρήσει στο επόμενο στάδιο που είναι οι υπηρεσίες υψηλού επιπέδου, η καινοτομία και η έρευνα, που είναι οι προϋποθέσεις, ώστε να δώσουν στους άλλους που έχουν την βιομηχανία το now haw για να προχωρήσουν.
Μ’ αυτά τα δεδομένα είναι πραγματικά αφελές για τους πολιτικούς και την πολιτική να νομίζουν ότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της χώρας ψηφίζοντας ένα νόμο σήμερα που είναι λίγο πιο θετικός, λίγο πιο αρνητικός, λύνοντας μερικώς το ασφαλιστικό, κάνοντας ένα νόμο για την αγορά εργασίας ή δίνοντας επιδόματα.
Το πρόβλημα που αρχίζει να αντιμετωπίζει η χώρα και θα αντιμετωπίσει το επόμενο διάστημα με πολύ μεγάλη ένταση, είναι ένα πρόβλημα ισχυρού ανταγωνισμού σε όλα τα επίπεδα, που θα στερεί θέσεις εργασίας από την ελληνική κοινωνία και όταν στερούνται οι θέσεις εργασίας, δεν υπάρχει δυνατότητα ανάπτυξης. Δεν μπορείς ούτε να έχεις κοινωνικό κράτος, ούτε να αντιμετωπίζεις τα τεράστια προβλήματα ανισότητας, ούτε να παράγεις.
Επομένως η απάντηση και ο σχεδιασμός πρέπει να είναι από σήμερα και για μια 15ετία – 20ετία τι θέλει να πετύχει η χώρα ξέροντας ποιο είναι το περιβάλλον σε παγκόσμιο επίπεδο, σε ευρωπαϊκό και σε τοπικό.
Για να μην έχουμε δε ψευδαισθήσεις, για το τι συμβαίνει γύρω μας, πριν από λίγες μέρες βγήκε η ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου δίνει την πραγματικότητα σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, στις 27 χώρες στο χώρο της κοινωνίας της πληροφορίας.
Οι τρεις δείκτες που αφορούν τα σχολεία είναι οι εξής: Η Ελλάδα όσον αφορά τη σύνδεση μαθητών με υπολογιστή είναι 22η στους 26. Όσον αφορά τη σχέση δασκάλων με υπολογιστή, δηλαδή πόσοι δάσκαλοι γνωρίζουν υπολογιστή και τον χρησιμοποιούν στην τάξη έστω και τρεις φορές το χρόνο είμαστε 27η στους 27. Δηλαδή η Βουλγαρία και η Ρουμανία είναι σε καλύτερη θέση από εμάς.
Η Βουλγαρία και η Ρουμανία πλέον είναι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή έχουν ακριβώς τα ίδια δικαιώματα και την ίδια δυνατότητα διακίνησης κεφαλαίων, προϊόντων, αλλά και ανθρώπων και εργατών σε υγεία πρόνοια, υπάρχει μια μεταβατική περίοδο. Και βέβαια με τη νέα οδηγία που είναι σε ισχύ από το Νοέμβριο σας υπενθυμίζω, ότι κάποιος που τελειώνει πανεπιστήμιο στη Ρουμανία έχει αυτόματα επαγγελματικά δικαιώματα στην Ελλάδα γιατί είναι χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτά τα δεδομένα αλλάζουν όλο τον παραγωγικό ιστό με μεγάλη ταχύτητα. Αυτή η συζήτηση γίνεται ελάχιστα στη χώρα μας. Πώς, λοιπόν, μια χώρα σαν την Ελλάδα απαντά σ’ αυτό τον παγκόσμιο ανταγωνισμό; Η κάθε χώρα πρέπει να έχει τα δικά της συγκριτικά πλεονεκτήματα και όταν δεν τα έχει, να τα δημιουργεί.
Πρέπει, λοιπόν, εμείς ως χώρα να δούμε ποια είναι τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα: ο πολιτισμός μας, η φύση μας, η ιστορία μας και βεβαίως το ανθρώπινο κεφάλαιο. Μέσα στο βιβλίο χρησιμοποιώ 40 παραδείγματα ξεκινώντας από πολύ μεγάλες πόλεις όπως είναι η Βαρκελώνη που έχουν 4 εκατομμύρια πληθυσμό και φτάνοντας μέχρι σε πολύ μικρά χωριά όπως το Τυχερό του Έβρου για να δούμε πώς μπορεί να λειτουργήσει ο ανθρώπινος παράγοντας και αν και με ποιες προϋποθέσεις δημιουργείται ανάπτυξη εκεί που όλοι λένε πως έχουν ιδιαιτερότητες.
Γυρίζοντας την Ελλάδα ακούω σε όλες τις περιοχές το ίδιο, όλοι οι τοπικοί φορείς έχουν ένα σταθερό τροπάριο. Εδώ εμείς έχουμε ιδιαιτερότητες, είμαστε διαφορετικοί από την υπόλοιπη Ελλάδα, έχουμε προσφέρει πάρα πολλά στην Ελλάδα και δεν παίρνουμε τίποτα. Αυτό το ακούς στα Νησιά, τα ακούς στην Κρήτη που είναι απομονωμένη, τα ακούς στην Κεντρική Πελοπόννησο τα ακούς στη Δυτική Μακεδονία, τα ακούς στη Θράκη, τα ακούς παντού.
Εμείς ως χώρα δεν έχουμε ιδιαιτερότητες. Εμείς ως χώρα είμαστε χαρά Θεού και τα Νησιά μας είναι χαρά Θεού και το κλίμα μας είναι πάρα πολύ καλό και οι συνθήκες που έχουμε στη χώρα μας είναι πάρα πολύ καλές.
Επιτρέψετε μου να σας πω για μία περιοχή της Σουηδίας που έχω επισκεφτεί. Εκεί ήταν μια περιοχή με 50.000 ανθρώπους, η οποία επιβίωνε τα τελευταία 40 χρόνια γιατί είχαν χάλυβα, είναι 300 χιλιόμετρα από το Βόρειο Πόλο έχουν 6 μήνες σκοτάδι και 6 μήνες φως και το χειμώνα το ποτάμι που υπάρχει έχει περίπου 1,5 μέτρο πάγο, δεν κυκλοφορεί τίποτα, αλλά σκεφτείτε ότι είναι 6 μήνες στο σκοτάδι.
Αυτή η περιοχή ζούσε γιατί υπήρχαν τα εργοστάσια του χάλυβα και υπήρχαν πολλές θέσεις εργασίας στο χάλυβα. Κάποια στιγμή ο χάλυβας όχι τελείωσε, αλλά ήταν πια τελείως αντιπαραγωγικός, δηλαδή μπορούσε η Σουηδία να εισάγει χάλυβα από άλλες περιοχές του Πλανήτη με πολύ μικρότερο κόστος, οπότε δεν την συνέφερε να χρησιμοποιεί το χάλυβα τον δικό της.
Εκεί, λοιπόν, έκαναν την εξής επιλογή. Το πάρα πολύ μεγάλο μειονέκτημά τους που ήταν το πολικό ψύχος το χρησιμοποίησαν προσκαλώντας όλες τις βιομηχανίες αυτοκινήτων του κόσμου να κάνουν κρας τεστ σε μηχανές και σε αυτοκίνητα στην περιοχή εκείνη. Η ιδέα ήταν πολύ καλή, έπρεπε να υπάρχει από πίσω θεσμικό πλαίσιο και υποδομές. Το θεσμικό πλαίσιο αφορούσε τη συνεργασία της Αυτοδιοίκησης με την Κυβέρνηση.
Έπρεπε, λοιπόν, να είναι μια περιοχή που για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα να υπάρχουν κίνητρα, ώστε να έρθουν αυτές οι βιομηχανίες. Έπρεπε να δώσουν κίνητρα σε ξένες βιομηχανίες που δεν ήταν σουηδικές, έπρεπε το αμέσως επόμενο να υπάρχουν παρεμβάσεις στην παιδεία.
Άρα υπήρξε αυτόματα σχολή στην περιοχή, η οποία είχε να κάνει με την βιομηχανία αυτοκινήτων. Έδωσαν δε τέσσερις φορές παραπάνω μισθούς στους καθηγητές που έφευγαν από άλλα πανεπιστήμια της Σουηδίας για να πάνε εκεί για μια 6ετία. Χρειαζόταν υποδομές, δημιούργησαν ένα ειδικό κέντρο, ώστε οι Διευθυντές των διαφόρων επιχειρήσεων που πήγαιναν να μπορούν να έχουν επίπεδο ζωής που να είναι ανεκτό σε μια περιοχή που λέμε, ότι είναι 6 μήνες στο σκοτάδι.
Αυτό όλο το project είχε έναν προϋπολογισμό, είχε ένα βάθος 15ετίας, είχε χρηματοδότηση από το κράτος, αλλά όχι μόνον. Το τοπικό ανθρώπινο δυναμικό αποφάσισε να δίνει για τα πρώτα τέσσερα χρόνια μία εβδομάδα εργασίας δωρεάν, δηλαδή το Εργατικό Κέντρο, η Κυβέρνηση, η Τοπική Αυτοδιοίκηση έδωσε περιοχές δωρεάν για εγκατάσταση.
Αυτό το πρόγραμμα έγινε μέσα σε τρία χρόνια και σήμερα ακούσατε τα αποτελέσματα, έχει τρομακτική κίνηση, έχει προσέλκυση κεφαλαίων, έχει δημιουργία θέσεων εργασίας, από ένα σημείο στην κόλαση έγινε ένας χώρος όπου προσελκύει κεφάλαια και ανθρώπους από όλα τα σημεία της γης.
Αυτού του είδους τα παραδείγματα που ουσιαστικά βασίζονται σε μία ιδέα και έρχεται να συνεργαστεί η κεντρική Κυβέρνηση, η Αυτοδιοίκηση, αλλά και οι φορείς της κοινωνίας, το Εργατικό Κέντρο, οι εθελοντές, οι επιστήμονες είναι ένα συνεργατικό μοντέλο που αλλάζει τελείως τα δεδομένα απ’ αυτά που ξέρουμε και βάζει ζητήματα που πρέπει να ξανασυζητήσουμε.
Δηλαδή μπορούμε να συζητάμε για ένα εθνικό πλαίσιο εργασιακών δεδομένων; Βέβαια τα βασικά, αυτά που οφείλονται και στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 8ωρο, αυτά που δεν διαπραγματεύεται κανείς. Δεν πρέπει όμως να υπάρχει ευελιξία στα Εργατικά Κέντρα των περιοχών να προσαρμόζονται και να δουλεύουν ανάλογα με τις απαιτήσεις των περιοχών;
Δεν είναι μια πολύ σημαντική ιστορία που πρέπει να μπει στο δημόσιο διάλογο, πώς λειτουργούν τα Εργατικά Κέντρα, πώς λειτουργεί σήμερα η ΓΣΕΕ, πώς λειτουργεί το συνδικαλιστικό κίνημα, για να δούμε πώς μπορούν να επιτευχθούν νέου τύπου θεσμοί και νέο τύπου μοντέλο ανάπτυξης;
Ένα δεύτερο παράδειγμα, θα πάω σε ένα ελληνικό μέρος που είναι η Σητεία. Ξέρετε ότι στη χώρα μας έχουμε πάρα πολύ λάδι και ότι αυτό το λάδι, το ξέρουμε όλοι, το παίρνουν οι Ιταλοί και το χρησιμοποιούν και το πουλούν 10 φορές πάνω. Οι περιοχές που έχουν λάδι δεν είναι από τις πιο αναπτυγμένες περιοχές, είναι αντίθετα, είναι περιοχές που έχουν φτωχό εισόδημα.
Στην περιοχή της Σητείας ο τοπικός Συνεταιρισμός συνεργάστηκε με το Πανεπιστήμιο, τη Σχολή Βιολογίας, με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και έκαναν ένα πρόγραμμα για το λάδι, ανάλυσης του λαδιού τους με τα χαρακτηριστικά του και πήραν μέρος, αφού οι ίδιοι τον προκάλεσαν σε έναν παγκόσμιο διαγωνισμό για την ποιότητα του λαδιού.
.. το αποτέλεσμα ήταν να έχουν βελτιωθεί όλα, να έχει βελτιωθεί το πακετάρισμα, να έχουν βελτιωθεί οι προδιαγραφές του, να δημιουργούν ερευνητικά κέντρα, ο Συνεταιρισμός έχει δικό του ερευνητικό κέντρο και πάνω σ’ αυτό να έρχονται άνθρωποι, να έρχονται επιστήμονες, να έρχονται διαφημιστικές εταιρείες και να αλλάζει συνολικά η περιοχή από τη λειτουργία ενός συνεταιρισμού που λειτουργούσε με άλλους όρους απ’ ότι λειτουργούν μέχρι σήμερα οι Συνεταιρισμοί.
Τα παραδείγματα αυτά, επαναλαμβάνω ότι στο βιβλίο υπάρχουν πολλά παραδείγματα με πολύ διαφορετικές προσεγγίσεις, προφανώς δεν αρκούν για να αλλάξουν τα δεδομένα της χώρας, αρκούν όμως για να δούμε, ότι υπάρχει πια διαφορετικός τρόπος προσέγγισης της τοπικής ανάπτυξης, ότι οι θέσεις εργασίας αφορούν πια τις τοπικές κοινωνίες και όχι τις κεντρικές κυβερνήσεις, αλλά οι τοπικές κοινωνίες και οι Τοπικές Αυτοδιοικήσεις δεν μπορούν να λειτουργήσουν με ένα κράτος σαν το σημερινό δημιουργικά.
Άρα για να πάμε στον έξυπνο τόπο που είναι προϋπόθεση της έξυπνης Ελλάδας, πρέπει να δούμε ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων που αφορούν τη σχέση της κεντρικής εξουσίας με την τοπική εξουσία, μια διαφορετική σχέση που αφορά το δημόσιο τομέα με το κράτος, γιατί εδώ η σχέση κράτους – δημόσιου τομέα στην Ελλάδα είναι πάντοτε μια σχέση μίσους και πάθους, όπου θα είμαστε με το κράτος ή θα είμαστε με την αγορά. Δεν μπορούμε να συλλάβουμε και να περιγράψουμε τον δημόσιο τομέα εκεί που έχει ευθύνη και παίζει στρατηγικό ρόλο το κράτος, αλλά που υποχρεώνεται με κανόνες και λειτουργήσει και να αναπτυχθεί η αγορά.
Αυτά, λοιπόν, είναι οι τρεις βασικοί τομείς που περιγράφω στο βιβλίο αναλυτικά, δηλαδή πώς δημιουργείται η νέα σχέση δημόσιου τομέα, κράτους και αγοράς και κοινωνίας των πολιτών; Πώς δημιουργείται, πώς μπαίνει η λογική μίας νέας σχέση της Αυτοδιοίκησης με το κεντρικό κράτος, που δεν σημαίνει μόνο δίνω αρμοδιότητες στην Αυτοδιοίκηση, αλλά σημαίνει ότι κεντρικοί θεσμοί αποκεντρώνονται σε κεντρικό επίπεδο, γι’ αυτό έδωσα το παράδειγμα της ΓΣΕΕ και των Εργατικών Κέντρων.
Και πώς η καινοτομία γίνεται ένας οριζόντιος άξονας, πάνω στον οποίο λειτουργεί η Αυτοδιοίκηση, η μικρή επιχείρηση, το σχολείο, το πανεπιστήμιο και τι σημαίνει πια καινοτομία και πώς θεσμικά ενισχύεις την καινοτομία; Σας θυμίζω ότι το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ έχει τον οριζόντιο προϋπολογισμό καινοτομίας, όπου βάζει την καινοτομία σε όλα τα Υπουργεία, ώστε να έχουμε παραδείγματα και επιτεύγματα και για να δούμε τη δύναμη της καινοτομίας.
Γιατί πολλές φορές αυτά ακούγονται πολύ θεωρητικά, το Λουξεμβούργο είναι ένα μικρό κράτος όπως ξέρετε, νότια του Βελγίου, το οποίο έχει 400.000 πληθυσμό. Το Λουξεμβούργο έχει 44 φορές περισσότερες πατέντες απ’ ότι η Ελλάδα. Δηλαδή οι πατέντες που βγάζουν, η καινοτομία, αυτά που δημιουργούμε ως λαός πάνω στα οποία θα χτίσει η επιχειρηματικότητα με νέο τρόπο ανταγωνιστικό, έχει αυτή τη σχέση με το Λουξεμβούργο που είναι 20 φορές μικρότερο από την Ελλάδα.
Επειδή όμως αυτά είναι μεγάλα, θεωρητικά και πολιτικά ζητήματα, θα καταλήξω με το θέμα του εθνικού στόχου. Για να μπορέσουμε να έχουμε μια μικρή επανάσταση στο χώρο της ανάπτυξης στην Ελλάδα, την οποία εγώ προσωπικά δεν μπορώ να δω προς άλλη κατεύθυνση, δεν μπορώ να δω μια χώρα που θα έχει βιομηχανία, η Ελλάδα δεν μπορεί να γίνει μια βιομηχανική χώρα, μόνον γύρω από τα σύνορά μας το εργατικό κόστος στη βιομηχανία είναι από το 1/10 έως το 1/3 και ξέρουμε καλά ότι η βιομηχανία μετακινείται πάντοτε προς τα εκεί που υπάρχει χαμηλό εργατικό κόστος, μένουν μόνο τα ερευνητικά κομμάτια σε χώρες προστιθέμενης αξίας.
Δεν μπορούμε να είμαστε μια χώρα που ζει μόνον από τον τουρισμό. Και ο τουρισμός όμως είναι μέσα στις υπηρεσίες. Ο τουρισμός, η πληροφορική, οι μεταφορές, ο χώρος ειδικών υπηρεσιών υγείας, ειδικών υπηρεσιών παιδείας, είναι ένας χώρος που πραγματικά μπορεί να αναπτυχθεί αυτή η χώρα.
Με βάση όμως τα στοιχεία του πολιτισμού, της ιστορίας και των φυσικών της πλεονεκτημάτων μπορεί να μπει σ’ αυτή τη λογική που είπα πριν. Μπορεί έτσι όπως είναι σήμερα; Όχι. Όχι γιατί δεν υπάρχει δυνατότητα να χτίσει κανείς πάνω στην καινοτόμα αντίληψη ή στην ιδέα εάν δεν υπάρχει το βασικό εργαλείο της εποχής μας, που είναι η πληροφορική και η τεχνολογία.
Και έρχομαι σ΄ αυτό που ονομάζω εθνικό στόχο για τη χώρα. Είναι παραπάνω από σίγουρο ότι στις γενιές των άνω των 35 η ιστορία του υπολογιστή, της πληροφορικής και της τεχνολογίας είναι ένα θέμα δευτερεύον και τεχνοκρατικό. Με πήρε ο πατέρας μου τηλέφωνο τις τελευταίες μέρες που ήταν η ιστορία με τα blogs και μου λέει, είναι δυνατόν να ασχολείστε όλοι με κάτι που δεν καταλαβαίνει κανένας;
Και τα blogs δεν τα καταλαβαίνει κανένας. Καταλαβαίνουν οι γενιές των 35ντάρηδων, μέχρι εκεί. Είναι, λοιπόν, κάτι που θεωρούμε ότι είναι μακριά. Το θεωρούν μακριά οι βουλευτές, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, οι άρχοντες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, οι άνθρωποι δηλαδή που κατ΄ εξοχήν σχεδιάζουν την ανάπτυξη.
Τι σημαίνει για μια χώρα το να ενσωματώσει στις δομές της με αποτελεσματικό τρόπο την πληροφορική; Ας το δούμε λίγο στην καθημερινή μας ζωή. Σκεφτείτε τι θα συνέβαινε στην Πολεοδομία της Νομαρχίας αν υπήρχε πλήρης μηχανογράφηση και ενσωμάτωση των αδειών σε ένα σύστημα, όπου ο καθένας θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να βλέπει που είναι η άδειά του, ποιος την χειρίζεται και σε ποιο στάδιο είναι. Πότε βγήκε αυτή η άδεια και πότε διορθώθηκε, χωρίς να χρειάζονται υπάλληλοι, αλλά να υπάρχει η λογική της διαφάνειας.
Σκεφτείτε τι θα συνέβαινε στα τοπικά δικαστήρια εάν οι αποφάσεις δεν χρειαζόταν να γράφονται με το χέρι, αλλά ήταν όλες δημοσιοποιημένες αυτόματα με το που έβγαιναν και μπορούσε ο κάθε πολίτης να έχει πρόσβαση με ένα κουμπί σ’ αυτή την απόφαση.
Σκεφτείτε μόνο για την επιχειρηματικότητα τι θα συνέβαινε αυτό. Αν σκεφτούμε τι θα συνέβαινε για ένα απομονωμένο χωριό το να μπορεί να πάει στο τοπικό γραφείο, στο τοπικό γραφείο και με πολύ απλό τρόπο ο γιατρός να του κάνει μια ακτινογραφία την οποία θα βλέπουν στο Νοσοκομείο της Κομοτηνής την ίδια στιγμή οι γιατροί.
Ας σκεφτούμε μία τάξη που ο δάσκαλος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που του δίνει σήμερα η τεχνολογία, δηλαδή να μπορεί να παρουσιάσει με κίνηση, με χρώμα, ανά πάσα στιγμή όλο τον πλούτο των γνώσεων που υπάρχει μέσα από τον υπολογιστή. Μαθητές και σπουδαστές οι οποίοι θα χρησιμοποιούσαν αυτά τα εργαλεία.
Ας σκεφτούμε τι θα συνέβαινε αν μπορούσαμε να έχουμε την ηλεκτρονική δημοκρατία, δηλαδή οι πολίτες να μπορούσαν ηλεκτρονικά να ψηφίζουν και να λένε την άποψή τους ανά πάσα στιγμή.
Αυτά όλα είναι σε μεγάλο βαθμό πράγματα που έχουν γίνει στις περισσότερες κεντρικές ευρωπαϊκές χώρες. Μπορεί η Ελλάδα να πετύχει κάτι τέτοιο; Θα μπορούσε να είναι ένας εθνικός στόχος, ότι θα έπρεπε η χώρα μας από την 23η θέση που είναι σήμερα να βάλουμε έναν εθνικό στόχο ότι σε μία 5ετία θα μπορούμε να είμαστε στις 4 πρώτες χώρες στην κοινωνία της πληροφορίας.
Το πρώτο ερώτημα, είναι αν μπορούμε; Το δεύτερο ερώτημα είναι, πώς; Στο αν μπορούμε, μπορώ να ακούσω 100 επιχειρήματα γιατί δεν μπορούμε. Γιατί είμαστε πολύ πίσω, γιατί στην Ελλάδα δεν παίρνουμε αυτά, γιατί άμα μπορείς πήγαινε στο καφενείο να τα πεις, τα θυμάμαι όταν ήμουνα στην Κοζάνη τότε, γιατί ο κόσμος έχει άλλα προβλήματα, γιατί αλλού είναι το πρόβλημά μας δεν είναι εκεί. Δεν είναι αυτό το πρόβλημα της Ελλάδας.
Όταν βάλαμε το στόχο της ΟΝΕ, που σήμερα έχουμε στα χέρια μας το €, το οποίο το βρίζουμε, αλλά αν η Ελλάδα δεν είχε το € σήμερα, θα είχαμε κάνει ήδη δύο υποτιμήσεις του πετρελαίου και η οικονομία μας θα είχε τιναχτεί στον αέρα, όταν αποφάσισε η Κυβέρνηση, ότι θα προσπαθούσαμε να μπούμε στην ΟΝΕ, αντιμετωπιστήκαμε από τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και από πάρα πολλούς Έλληνες δημοσιογράφους με χιούμορ και με ειρωνεία.
Η Ελλάδα ήταν μια χώρα που είχε 14% πληθωρισμό από το 1993, ήταν μια χώρα που είχε τεράστιο χρέος, το οποίο αύξαινε με καταπληκτικούς ρυθμούς. Σας θυμίζω, ότι το ’94 υπήρχε πρόβλημα να πληρωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις.
Αυτή η χώρα για να μπει στην ΟΝΕ έπρεπε να έχει πληθωρισμό 2,5%, έπρεπε να αλλάξει το χρηματοπιστωτικό της σύστημα, έπρεπε να αλλάξει τον τρόπο που γίνεται ο προϋπολογισμός, έπρεπε να απελευθερώσει την είσοδο κεφαλαίων, έπρεπε να κάνει πράγματα που χρειαζόταν πάρα πολύ χρόνο και πάρα πολύ πειθαρχία.
Το τι σήμαινε για την Ελλάδα το να μπει στην ΟΝΕ, ήταν μια πάρα πολύ πολύπλοκη ιστορία. Σε πείσμα όλων το πετύχαμε, η Ελλάδα μπήκε στο κλαμπ των πιο ισχυρά οικονομικών χωρών.
Μετά ξεκίνησε η ιστορία με τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ποτέ καμία χώρα τόσο μικρή δεν είχε αναλάβει τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ποτέ καμία χώρα με τόσο μικρό ΑΕΠ δεν είχε αναλάβει τους Ολυμπιακούς Αγώνες και βέβαια δεν ήμασταν φημισμένοι ούτε για την οργάνωσή μας, ούτε για την πειθαρχία μας.
Σε όλο τον κόσμο, μας λοιδόρησαν, μας ειρωνεύτηκαν μέχρι την τελευταία μέρα θεωρούσαν ότι η Ελλάδα δεν είναι ικανή να οργανώσει 5.000 συγκεκριμένα έργα υποδομής, να οργανώσει δεκάδες, εκατοντάδες εκδηλώσεις, νομοθετικό πλαίσιο, πράγματα τα οποία ήταν εξαιρετικά δύσκολα για μια χώρα που κινούνταν με τέτοιους ρυθμούς, μια χώρα που ήθελε 20 χρόνια για να φτιάξει ένα δρόμο. Αυτό το πετύχαμε, ήταν ένας συλλογικός εθνικός στόχος, το πετύχαμε, οι Ολυμπιακοί Αγώνες έγιναν και ήταν γιατί η πολιτική εξουσία, ο ελληνικός λαός, η Τοπική Αυτοδιοίκηση όλοι μαζί αποφασίσαμε ένα στόχο.
Εάν μπορούσαμε να στρατευτούμε και να πείσουμε, ότι ο εθνικός στόχος που είναι η κοινωνία της γνώσης είναι για τη χώρα ένας μονόδρομος και έμπαινε το σύνολο του σχεδιασμού μας σ’ αυτή την κατεύθυνση, θα μπορούσαμε να τον πετύχουμε.
Αυτός είναι θεσμική προτεραιότητα σε όλα τα επίπεδα μιας κυβέρνησης σ’ αυτό το στόχο. Δηλαδή πρώτη επιλογή η μεταρρύθμιση στα πανεπιστήμια και στα σχολεία. Όλος ο προϋπολογισμός, ο οποίος δεν είναι μεγάλος θα στρεφόταν προς την κατεύθυνση αυτή, όταν έχεις προτεραιότητες, έτσι κάναμε και με τους Ολυμπιακούς, έτσι κάναμε και με την ΟΝΕ, όταν έχεις ένα στόχο, θα κόψεις από αλλού και θα βάλεις σ’ αυτό το στόχο.
Η Ιρλανδία μέσα σε δύο χρόνια πέτυχε όλοι οι δάσκαλοί της να εκπαιδευτούν και να υπάρχει πληροφορική στα σχολεία της, σε δύο χρόνια. Πώς το έκανε; Υπήρξε νομοθεσία στην οποία συμφώνησαν όλα τα κόμματα, ότι όποιος δάσκαλος μέσα σε δύο χρόνια δεν χρησιμοποιούσε το εξάμηνο που του έδιναν για να μάθει αυτά που έπρεπε, θα έφευγε από την εκπαίδευση, δεν θα απολύονταν, αλλά θα έφευγε από την εκπαίδευση, θα πήγαινε διοικητικός, θα πήγαινε κάτι άλλο.
Όλοι οι δάσκαλοι ανεξαρτήτως ηλικίας, έπρεπε μέσα σ’ αυτά τα δύο χρόνια να πάρουν αυτή την πιστοποίηση. Και βεβαίως άλλαξε όλο το εκπαιδευτικό σύστημα. Η Ιρλανδία σήμερα προσελκύει το 25% των Αμερικανικών επενδύσεων στην Ευρώπη. Υπενθυμίζω ότι έχει 3,5 εκατομμύρια πληθυσμό.
Οι επιλογές, λοιπόν, όταν κανείς κάνει αυτή την επιλογή, τότε σημαίνει ότι θεσμικά από πλευράς προϋπολογισμών, από απόφαση νόμων και επιλογών στο Κοινοβούλιο, από πλευράς χρηματοδότησης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, βάζεις στόχους που έχουν να κάνουν με τον κεντρικό του στόχο.
Αυτό σημαίνει ότι έχεις μια άλλη χώρα μέσα σε μία πενταετία. Αυτή η χώρα, αυτού του είδους οι υποδομές μπορούν να υπηρετήσουν τις επιλογές που βασίζονται στην έξυπνη ιδέα, στη λειτουργία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σε ένα ανθρώπινο δυναμικό που έχει τη δυνατότητα πια να τα πολλαπλασιάσει.
Σ’ αυτό το σχέδιο μιας έξυπνης Ελλάδας που λειτουργεί με βάση τα δικά της συγκριτικά πλεονεκτήματα και έχει σαν κεντρικό στόχο το να μπει στην πρωτοπορία της κοινωνίας της γνώσης, υπάρχει ένας πολύ σημαντικός ποιοτικός και ιδεολογικός στόχος.
Η κοινωνία της πληροφορίας ή θα την κατευθύνεις και θα την αναπτύξεις ή θα την ανεχτείς και θα σε υποτάξει. Δεν υπάρχει περίπτωση καμία χώρα να μην δεχτεί τη δύναμη της κοινωνίας της πληροφορίας. Εάν την κάνεις με όρους δικούς σου, δηλαδή πολιτικών προταγμάτων και με σχεδιασμό, τότε θα την κάνεις για όλους. Θα κάνεις μια κοινωνία της γνώσης, η οποία θα υπηρετεί το σύνολο του πληθυσμού, δεν θα εξαιρούνται οι μεγάλες ηλικίες, δεν θα εξαιρούνται οι γυναίκες, δεν θα εξαιρούνται οι μετανάστες, τα ειδικά μέρη του πληθυσμού που έχουν πρόβλημα. Δεν θα εξαρτάται από το αν συμμετέχεις σε ένα ερευνητικό ή αν έχεις τα απαιτούμενα προσόντα από το αν ζεις σε ένα χωριό ή στην πόλη.
Εδώ, λοιπόν, είναι το ιδεολογικό και πολιτικό πρόταγμα, πώς δημιουργείς αυτό το εργαλείο που ξέρεις ότι που πρέπει να έχεις στα χέρια σου, για όλους. Και για όλους σημαίνει, ότι ξεκινάς πάντοτε από τους πιο αδύναμους. Ξεκινάς το σχεδιασμό σου από το χωριό για να φτάσεις στην πόλη. Ξεκινάς από το χαμηλό εισόδημα για να φτάσεις στο υψηλό εισόδημα. Ξεκινάς από την ομάδα που υφίσταται διακρίσεις για να φτάσεις στο pain string πληθυσμό.
Επομένως ο σχεδιασμός αυτός έχει βαθύτατα ιδεολογικά χαρακτηριστικά, γιατί σήμερα υπάρχουν χώρες δύο ταχυτήτων. Οι χώρες που είναι στην κοινωνία της γνώσης και φεύγουν με άλματα, γι’ αυτό είναι μπροστά η Φινλανδία σε όλες τις μετρήσεις, γι’ αυτό είναι μπροστά η Κορέα. Η διαφορά της Φινλανδίας και της Κορέας είναι ότι στη Φινλανδία σημαίνει για το σύνολο του πληθυσμού, στην Κορέα σημαίνει για μια ελίτ του πληθυσμού.
Εδώ, λοιπόν, επειδή αυτό θα έρθει, αλλά θα έρθει με όρους που θα επιβληθεί από τις δυνάμεις της οικονομίας, έχει σημασία να υπάρξει η πολιτική εκείνη δύναμη που θα ορίσει ως δικό της πρόταγμα το να στρέψει όλες τις δυνάμεις του πληθυσμού και να δώσει ένα αναπτυξιακό μοντέλο στη χώρα.
Αυτό το επιχειρήσαμε σε μεγάλο βαθμό και στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ βάζοντας σαν στόχο τότε το 2012 και θέτοντας βασικά προστάγματα για το πώς θα μπορέσει η Ελλάδα να μπει μέσα στις πρώτες χώρες αυτής της υπόθεσης.
Στο βιβλίο μου έχω μία ακροστιχίδα που λέγεται: Σπάει. Που λέει, σπάει αυτά που ξέραμε μέχρι τώρα. Το κάθε γράμμα έχει πίσω του μια λέξη, είναι: η συμμετοχή, η ποιότητα, η αλληλεγγύη, η εμπιστοσύνη και η ισότητα.
Χρειαζόμαστε στις κοινωνίες, στις πολύ διασπασμένες κοινωνίες μας με κουλτούρα κατ’ εξοχήν ατομισμού να αλλάξουν τα δεδομένα. Και τα δεδομένα τα αλλάζουν οι πολιτικές δυνάμεις, τα αλλάζουν οι πολιτικοί που μπορούν να βάλουν οράματα είτε σε τοπικό επίπεδο, είτε σε εθνικό.
Η συμμετοχή σημαίνει, ότι όλα αυτά που λέμε, δεν μπορούν να γίνουν, εάν δεν υπάρχει οργανωμένη συμμετοχή αυτών για τους οποίους γίνεται η ανάπτυξη στην ανάπτυξη. Δηλαδή τι νόημα έχει ένα εργοστάσιο χρυσού στην περιοχή, όταν όλη η κοινωνία και οι πολίτες δεν θέλουν αυτό το εργοστάσιο.
Δεν μπορεί να πας κόντρα στην επιλογή μιας κοινωνίας, αφού βεβαίως εξαντληθεί, γιατί πολλές φορές λέμε, μα δεν ξέρουν και δεν μπορούν να κατανοήσουν τα αναπτυξιακά δεδομένα. Όχι, οι τοπικές κοινωνίες πάνω απ’ όλα θέλουν ανάπτυξη, θέλουν θέσεις εργασίας, θέλουν πλούτο, αλλά δεν θέλουν μόνο αυτά.
Το δεύτερο είναι η ποιότητα. Σήμερα έχουμε και στη δική μας κοινωνία και στις ευρωπαϊκές κοινωνίες πρόσβαση. Πρόσβαση στην παιδεία, πρόσβαση στην υγεία, δεν έχουμε τέτοιο πρόβλημα. Το θέμα πια και είναι εδώ που διαχωρίζεται πια η Αριστερά από τη Δεξιά στα καινούργια δεδομένα, γιατί είναι αλλιώς πια οι ορισμοί της Αριστεράς ή της Δεξιάς, δεν είναι το θέμα της πρόσβασης.
Σήμερα και τα συντηρητικά κόμματα και τα αριστερά κόμματα λένε πρόσβαση στην παιδεία για όλους, πρόσβαση στην υγεία για όλους. Το θέμα είναι η ποιότητα της υγείας και της παιδείας. Εάν μπορείς να δώσεις υψηλού επιπέδου παιδεία σε όλους, ανεξάρτητα από το που μένουν, εκεί πια κρίνεται μία αριστερή πρόταση.
Η ποιότητα, λοιπόν, είναι βασικό στοιχείο που διαφοροποιεί από το φύλο, τη φυλή, την ηλικία, τον τόπο διαμονής. Η ποιότητα σήμερα, πριν από λίγα χρόνια είχα πει, θα το θυμάστε πολλοί, ότι πιστεύω ότι η δεύτερη επίσημη γλώσσα στο ελληνικό κράτος θα έπρεπε να είναι η αγγλική εξηγώντας, ότι πρέπει να είναι στην εκπαίδευση η γλώσσα αυτή με τρόπο, ώστε να υπάρχει επάρκεια βγαίνοντας από το σχολείο. Επάρκεια όχι να μπορείς να πεις δυο κουβέντες, επάρκεια να μπορείς να δουλέψεις, να γράψεις, να συμμετέχεις.
Τότε πήρα 2.500 υβριστικές περίπου επιγραφές και άρθρα. Ποια είναι η πραγματικότητα σήμερα την οποία αρνούμαστε να δούμε; Ότι βεβαίως υπάρχουν παιδιά που τελειώνοντας το σχολείο ξέρουν άριστα την αγγλική γλώσσα, η οποία είναι σήμερα η βάση του εμπορίου, η βάση της έρευνας, η βάση της πολιτικής, η βάση της ψυχαγωγίας. Ποιοι είναι αυτοί σήμερα;
Τα παιδιά που τελειώνουν τα κολέγια, τα παιδιά που τελειώνουν τα ιδιωτικά σχολεία, που κάνουν τα μισά μαθήματά τους στα αγγλικά. Αυτά τα παιδιά δεν έχουν πρόβλημα με τα ελληνικά τους, μια χαρά είναι τα ελληνικά τους, αλλά έχουν διαφορετικά προσόντα στα 18 τους χρόνια.
Εάν γυρίσετε που πιάνετε όλοι με τη NOVA το βράδυ, θα δείτε, ότι η Γαλλία προσπαθεί να ανταγωνιστεί το BBC και το CNN μιλώντας αγγλικά. Οι Γάλλοι έχουν ειδήσεις στα αγγλικά. Το Αλ Τζαζίρα, οι Άραβες οι οποίοι ο βασικός εχθρός τους είναι οι Αμερικάνοι έχουν ειδήσεις, ένα κανάλι που εκπέμπει 24 ώρες στα αγγλικά. Γιατί; Γιατί είναι η γλώσσα της εποχής, Στο Βυζάντιο ήταν τα ελληνικά. Στη ρωμαϊκή εποχή ήταν τα ρωμαϊκά. Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα ήταν τα Γαλλικά.
Οφείλεις να δώσεις ένα εργαλείο στα χέρια της νέας γενιάς που να έχει συγκριτικό πλεονέκτημα με τη διπλανή χώρα, γιατί σήμερα δεν ανταγωνίζονται μόνο οι επιχειρήσεις, ανταγωνίζονται και οι χώρες.
Επομένως η ποιότητα στην παιδεία, δηλαδή όχι να αρκείσαι στο ότι βάζω μια ξένη γλώσσα, έχω μια ώρα υπολογιστή κάθε μήνα, έχω μια δασκάλα που του κάνει τεχνικά μαθήματα, αλλά η ποιότητα και η ουσία που σου δίνει πολίτες και νέα γενιά με πολύ δυνατά προσόντα.
Η ποιότητα, λοιπόν, είναι το δεύτερο. Η αλληλεγγύη είναι το τρίτο και εδώ η αλληλεγγύη δεν είναι μια έννοια που αφορά μόνο το εσωτερικό των κοινωνιών. Η αλληλεγγύη και αυτή είναι η διαφορά της Ευρώπης από τις υπόλοιπες περιοχές του Πλανήτη είναι, ότι η έννοια της αλληλεγγύης είναι μέρος του κράτους, δεν είναι μόνο της κοινωνίας.
Σημαίνει, λοιπόν, ότι πρέπει να υπάρχει αλληλεγγύη ανάμεσα στις περιφέρειες, ανάμεσα στην πλούσια και στη μη πλούσια περιφέρεια, ανάμεσα στις πόλεις, ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες, ανάμεσα στις τάξεις. Εσείς βλέπετε να υπάρχει αλληλεγγύη τώρα στο ασφαλιστικό; Μπορούμε να λύσουμε το ασφαλιστικό πρόβλημα στη χώρα χωρίς την αρχή της αλληλεγγύης στον πολιτικό σχεδιασμό; Ή αυτοί που έχουν πολλά θα παίρνουν πολλά κι αυτοί που έχουν λίγα θα παίρνουν λίγα και τελειώσαμε με το πρόβλημα.
Η αλληλεγγύη αλλάζει συνολικά το σχεδιασμό της πολιτικής και κάποιοι πρέπει να δίνουν, όχι μόνο από το υστέρημά τους και από πλεόνασμά τους.
Η τέταρτη έννοια είναι η εμπιστοσύνη. Και εδώ θα πω, ότι είμαστε σε μια χώρα, μάλλον να σας πω, τον Φουκογιάμα το θυμάστε όλοι, που είχε γράψει το τέλος της Ιστορίας. Ο Φουκογιάμα έγραψε ένα νέο βιβλίο πριν από δύο χρόνια που θεωρείται από τα καλύτερα των τελευταίων χρόνων που λέγεται «Εμπιστοσύνη».
Λέει, λοιπόν, ότι αναλύοντας την οικονομία των χωρών από μια άλλη οπτική γωνία προκύπτει ότι η εμπιστοσύνη που υπάρχει σε μια κοινωνία έχει οικονομικό αποτέλεσμα. Δηλαδή η γερμανική κοινωνία έχει πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη, υπάρχει εμπιστοσύνη ανάμεσα στους πολίτες, το κράτος, τους επιχειρηματίες. Η Κινέζικη οικονομία δεν έχει καμία εμπιστοσύνη, μόνο μέσα στις οικογένειες, υπάρχει μόνο η λογική της οικογένειας. Στην Ιταλία και στην Ελλάδα δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στο κράτος. Ο πολίτης δεν εμπιστεύεται το κράτος, το κράτος τον πολίτη, ο επιχειρηματίας τον πολίτη κλπ.
Πώς αντιμετωπίζουμε το θέμα της εμπιστοσύνης; Κάνουμε νόμους. Νόμους και άλλους νόμους και άλλους νόμους και μετά κάνουμε ελεγκτικούς μηχανισμούς. Ελεγκτές να ελέγχουν τους νόμους και μετά άλλους ελεγκτές να ελέγχουν τους ελεγκτές και μετά μια Ανεξάρτητη Αρχή που να ελέγχει τους ελεγκτές που ελέγχουν τους ελεγκτές. Και εκεί μέσα τι γίνεται; Γραφειοκρατία και διαφθορά, η οποία γίνεται όλο και μεγαλύτερη.
Θέλουμε, λοιπόν, μια ανατροπή. Να πούμε ότι σχεδιάζουμε από την αρχή και ξεκινάμε από την εμπιστοσύνη και έχουμε παραδείγματα. Το έκανε η Δανία πριν από 70 χρόνια και είπαν, ότι οτιδήποτε γίνεται από το κράτος θέλουμε μόνο μία υπογραφή από τον πολίτη. Βεβαίως ο πολίτης εάν δεν τιμήσει αυτή την υπογραφή του έχει καταστραφεί, δεν υπάρχει έλεος.
Αυτή την πρόταση επειδή την είχα συζητήσει πάρα πολύ όταν κάναμε το πρόγραμμα με τους επιχειρηματίες έχουν μεγάλες ενστάσεις, δεν είναι τόσο αυτονόητη.
Και τέλος πάω στην έννοια της ισότητας που είναι μία διαχρονική έννοια και δεν υπάρχει κανένα πολιτικό σχέδιο που να μην έχει μέσα την ιστορία της ισότητας. Ισότητα που ξεκινάει από την ισότητα ανάμεσα στα φύλα, που είναι η πλέον θεμελιώδης, βεβαίως πάντα το ταξικό θέμα, αλλά η ισότητα στα δύο φύλα αφορά το 50%-50% του πληθυσμού και φτάνει μέχρι την ισότητα πρόσβασης ανεξάρτητα από την ταξική προέλευση, όπως οι τάξεις περιγράφονται σήμερα, γιατί βεβαίως είναι διαφορετικές.
Μίλησα ίσως πολύ περισσότερο απ’ ότι έπρεπε και σε μια εποχή που στις τηλεοράσεις επικρατεί ο Ζαχόπουλος, που η πολιτική κρίνεται καθημερινά από δημοσκοπήσεις ευκαιριακού τύπου και λέω, ευκαιριακού τύπου γιατί για να μιλήσει ο πολίτης πρέπει να μπορεί, να έχει τη δυνατότητα να συγκρίνει πολιτικές, προτάσεις, πρόσωπα και όχι εικόνες και αυτό είναι πολύ δύσκολο στη σημερινή εποχή.
Οι συζητήσεις που ξεφεύγουν λίγο από τα γνωστά είναι πάντοτε ίσως μέχρι και βαρετές. Όμως είμαι πεπεισμένη ότι σ’ αυτή τη νέα πολιτική περίοδο που μπαίνουμε, που είναι μία δύσκολη περίοδος και για το ΠΑΣΟΚ, αλλά όχι μόνο για το ΠΑΣΟΚ, έχουμε φτάσει όλοι σε ένα βαθμό ωριμότητας ως πολίτες που νομίζω, ότι είμαστε έτοιμοι να κατανοήσουμε, ότι όλα θα κριθούν στα μεγάλα, τα οραματικά και τα ρεαλιστικά και όχι στα μικρά και τα ευτελή.
Ευχαριστώ.